Κυριακή 10 Ιανουαρίου 2016

Γιώργος Σταματόπουλος, Λογοτεχνία,EFSYN,10.1.16

vivlia.jpg

 Επικίνδυνες λέξειςEUROKINISSI / ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑ

Θα συμφωνήσω· ως μόνη ένσταση μπορώ να προβάλω ότι έχει απισχνανθεί ο ρόλος της, η λειτουργία της, η λυσιτέλειά της και ότι ακολουθεί δρόμους εμπορικότητας, λάιφ στάιλ και τα συμπαρομαρτούντα.
Μπορεί ένας Κάφκα κάποτε ή ένας Ντοστογιέφσκι να καθόριζαν τη μοίρα πολλών κορασίδων και πολλών νεανιών της αστικής κυρίως τάξης, ουδέποτε όμως κατάντησαν να διαβάζονται από κυρίες που έπαιρναν το τσάι στα σαλόνια τους και περί πολλά ετύρβαζαν.
Είναι σπουδαίος πιστεύω ο σκοπός της λογοτεχνίας· ενίοτε ξεπερνάει σε σπουδαιότητα την ίδια τη φιλοσοφία ακόμη. Δεν είναι τυχαίο ότι τα τελευταία δεκαπέντε-είκοσι χρόνια έχει ανοίξει ένας μεγάλος διάλογος στους ακαδημαϊκούς κύκλους για το ποια από τις δύο μορφές του έντεχνου λόγου υπερτερεί της άλλης.
Οι απόψεις -ευτυχώς- διίστανται. Ομολογώ βεβαίως ότι προτιμώ το λογοτεχνικό έργο του Καμί από το φιλοσοφικό του κι αυτή είναι η θέση μου στην εν λόγω «διαμάχη», η οποία αφορά περισσότερο τον ακαδημαϊκό κόσμο και όχι τους ίδιους τους αναγνώστες.
Ενα λογοτεχνικό έργο είναι (οφείλει να είναι) σαν δίκοπο μαχαίρι (ένα τσεκούρι που σπάει τη θάλασσα μέσα μας - Κάφκα). Μ’ ένα τέτοιο μαχαίρι μπορείς να φας ψωμί αλλά και να πληγωθείς. Ψωμί και αίμα. Τότε αρχίζουν τα δύσκολα.
Ενας αφελής αισιόδοξος ή ένας τεχνίτης του λόγου δεν είναι απαραιτήτως συγγραφέας, ούτε, ωσαύτως, κάποιος που υμνεί αστόχαστα τον έρωτα και τη ζωή, τον πόνο και τα μυστήρια της ψυχής (ή του σύμπαντος).
Αμα δεν βγούνε τα σπλάγχνα έξω, άμα δεν συναντηθεί το ασυνείδητο με την ομορφιά, εάν δεν γδαρεί το δέρμα, εάν το φως δεν φαίνεται και δεν αντισταθείς στην κάψα και την αλμύρα και το τσουχτερό κρύο και τους ανέμους· εάν, τέλος, δεν καταφέρει κάποιος να συνομιλήσει με προγόνους και δεν καταληφθεί από μανία και ψευδαισθήσεις δημιουργικές, τότε, νομίζω, καλύτερα να μείνει σπίτι του.
Η λογοτεχνία είναι ρυθμός και μουσική, κραυγή και χάδι, παιχνίδι και κίνδυνος, έρωτας και μοναξιά, όλα εκείνα δηλαδή που όφειλαν να συγκροτούν τις συλλογικότητες και ταλανίζουν την ύπαρξη, ή τη δικαιώνουν.
Οι συγγραφείς σκάβουν βαθιά, γιατί, σε πείσμα των σκοταδιστών, γνωρίζουν ότι εκεί βρίσκεται η πηγή και όχι η κόλαση (Νίτσε).
Και ας κλείνουν τα βιβλιοπωλεία και οι εκδοτικοί οίκοι· η λογοτεχνία πάντα θα κυκλοφορεί και στις πιο μαύρες μέρες, ακριβώς γιατί είναι φως· θέλει να γίνει φως.
Γίνεται φως το απλό (όχι το απλοϊκό) εν αντιθέσει με το δύστροπο, με το εξεζητημένο. Και μια και ανέφερα τον Νίτσε· ο ίδιος έχει γράψει πως «ο μόνος που μου έμαθε κάτι για την ανθρώπινη ψυχολογία ήταν ο Ντοστογιέφσκι». Ούτε ο Καντ, ούτε ο Γκαίτε, ούτε ο Σοπενάουερ (και όμως, ο τελευταίος ήταν ο πρώτος που άνοιξε τις τρομερές θύρες του ασυνείδητου).
Κάτι ακόμη. Θα ήταν ωραία να βλέπαμε συγγραφείς χορευτές (κατά το θεός χορευτής), χωρίς συμπλέγματα, χωρίς παρωπίδες, χωρίς φόβο και ιδιοτέλεια. Κάτω από το λιθόστρατο η παραλία, ναι, όπως και κάθε επιφάνεια, όσο άσχημη κι αν είναι, ή ωραία, κρύβει ένα απροσμέτρητο βάθος.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου