Πέμπτη 7 Ιουλίου 2016

Περιοδικό "Έκφραση, ΑΡΤΑ








 Το Κοινωνικό Ιατρείο Φαρμακείο Άρτας δημιουργήθηκε μέσα στη δίνη των καταστροφικών μνημονίων που έχουν φτωχοποιήσει τον ελληνικό λαό, έχουν δημιουργήσει μια τεραστίων διαστάσεων οικονομική και ανθρωπι­στική κρίση και έχουν πλήξει ανεπανόρθωτα την δημόσια ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Αποτελεί μια αυτόνομη δομή κοινωνικής αλληλεγγύης προς τους αδύναμους και τους κοινωνικά αποκλεισμένους συνανθρώπους μας, τηρώντας σαφή απόσταση από την αφ’ υψηλού φιλανθρωπία.
Από την ίδρυση του (Οκτώβριος 2014) μέχρι σήμερα έχει: προσφέρει φάρμακα και ιατρική στήριξη σε 1800 περιπτώσεις, προμηθεύσει με τρόφιμα 40 οικογένειες συμπολιτών μας που βρίσκονται σε οικονομική ανέχεια,προμηθεύσει με σημαντικό αριθμό φαρμάκων το ιατρείο-φαρμακείο του κέντρου φιλοξενίας στη Φιλιππιάδα,συγκεντρώσει και διανείμει στους πρό­σφυγες του κέντρου φιλοξενίας Φιλιππιάδας ρούχα, τρόφιμα και παιδικά παιχνίδια, οργανώσει 2 αποστολές φαρμάκων και ειδών πρώτης ανάγκης στον καταυλισμό της Ειδομένης και στο Κομπάνι.
συνεργαστεί με Κοινωνικά Ιατρεία Φαρμακεία Αλληλεγγύης σε όλη την Ελλάδα για την ανταλλαγή φαρμακευτικών σκευα­σμάτων και παραϊατρικών ειδών (αναπηρικά καροτσάκια, βακτηρίες, κλπ). Το ΚΙΦ Άρτας, μια αυτοοργανωμένη, ανεξάρτητη και σε εθελοντική βάση αλληλέγγυα δομή, ευχαριστεί όλους τους πολίτες της Άρτας, χωρίς την έμπρακτη αλληλεγγύη των οποίων δεν θα μπορούσε να πραγματοποιήσει τις παραπάνω δράσεις. Η στήριξή σας είναι η δύναμή σας για να συ- νεχίσουμε.


Περιφερειακή οδός 23, Άρτα



ΛΟΓΙΣΤΙΚΟ ΦΟΡΟΤΕΧΝΙΚΟ ΓΡΑΦΕΙΟ

2681 400070 | 697 444 7905
Κ                                               ■


Μπούσης Σπ. Νικόλαος












Ο εθελοντισμός λειτουργεί θετικά στις αναπτυγμένες κοινωνίες;
Σε εποχές κρίσης, όπως αυτή που διανύουμε σήμερα, ο εθελοντισμός είναι ευεργετικός;
Η εθελοντική αιμοδοσία (κοινώς παραδεκτό) γιατί συμβάλλει στην κοινωνική συνοχή;
Στις μικρές κοινωνίες είναι πιο εύκολη η ενεργοποίηση των πολιτών ως εθελοντών για κοινωνική παρέμβαση;
Εκπαιδεύεται ή γεννιέται ένας εθελοντής;
Ε
πιχειρώντας στην ανάδειξη ενός τόσο σημαντικού κοινωνικού θέματος, μάλιστα εν μέσω της μεγάλης οικονομικής κρίσης που διανύουμε και με όλες τις συνέπειες που δημιουργεί σε όλες πλέον τις κοινωνικές ομάδες, κυρίως όμως στις αδύναμες με αποκορύφωμα τους ανέρ­γους, ο εθελοντισμός από ενεργούς και ευαισθητοποιημένους πολίτες λειτουργεί θεραπευτικά και βοηθητικά, ο οποίος μαλακώνει τις μεγάλες ρυτίδες και δυσκαμψίες του ελλειμματικού κοινωνικού κράτους αλλά και την άγρια όψη της κοινωνίας εξαιτίας της υπερβολής του Εγώ και της επικράτησης του ατομικισμού, θυσιάζοντας το συλλογικό συμφέρον έναντι της ικανοποίησης των ατομικών συμφερόντων.
Μέσα σε όλη αυτή τη γκρίζα κοινωνική κατάσταση η παρουσία και η δράση των εθελοντών πολιτών λειτουργούν ως πομπός ενδυνάμωσης της αλληλεγγύης και αλληλοβοήθειας, που όμως δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να υποκαταστήσουν ούτε να δικαιολογήσουν την αδυναμία του κοινωνικού κράτους να στηρίζει τις κοινωνικές δομές και πρόνοιας.
Ο εθελοντισμός εκφράζεται με την αλληλεγγύη, την αλληλοβοήθεια, τη συμπόνια, την άμβλυνση ή και επίλυση προβλημάτων αδύναμων κοι­νωνικών ομάδων αλλά και συνανθρώπων μας που αδυνατούν να ικανοποιήσουν μόλις τις βασικές ανάγκες επιβίωσής τους.
Τέτοιες μορφές έκφρασης εθελοντισμού είναι οι έρανοι, η συγκέντρωση ρούχων, τροφίμων, φαρμάκων και συμμετέχει μεγάλος αριθμός πολιτών ανάλογα με τη δυνατότητα που έχει ο καθένας. Παρά τις μεγάλες δυσκολίες που έχει ο ελληνικός λαός βλέπουμε να προσφέρει ό,τι μπορεί, συναισθανόμενος τις μεγαλύτερες ανάγκες που έχουν κάποιοι συνάνθρωποί μας αλλά και κοινωνικές ομάδες.
Μία ακόμα έκφραση εθελοντισμού είναι η εθελοντική αιμοδοσία, η ανώτερη όλων των μορφών εθελοντισμού (περιβαλλοντική, πολιτιστική, διεθνιστική).
Έχει ανεκτίμητη αξία και είναι η αγάπη για την ίδια την ανθρώπινη ζωή και τη σωτηρία της. Εδώ ο εθελοντής που ενστερνίζεται αυτή την προσφορά προς τον άγνωστο πάσχοντα συνάνθρωπο, προσφέροντας αίμα από το δικό του για να βοηθήσει και να σώσει ζωές, γίνεται εθε­λοντής αιμοδότης συνειδητά χωρίς καμία εξωτερική πίεση αλλά μόνο από την εσωτερική ανάγκη που πηγάζει από τον ίδιο, προσφέροντας βοήθεια δίχως κανένα αντάλλαγμα.
Έτσι βλέπουμε τον εθελοντή αιμοδότη να οδηγείται στο Νοσοκομείο, στην κινητή ομάδα αιμοδοσίας ή να είναι μέλος Συλλόγου Εθελοντών αιμοδοτών (πρέπει να πούμε ότι είναι πολλοί για να συμβάλλουν στον ύψιστο αυτό σκοπό) για να προσφέρει το αγαθό αυτό που δεν παρα­σκευάζεται σε κανένα εργοστάσιο αλλά παράγεται μόνο από τον ανθρώπινο οργανισμό.
Ο εθελοντισμός λοιπόν και η εθελοντική αιμοδοσία λειτουργούν ως ένας πολύ δυνατός συνεκτικός ιστός στην πολυσύνθετη κοινωνική και οικονομική κρίση που περνάμε ως κοινωνία και ως χώρα, αντίδοτο και κίνητρο για να περισώσουμε τους κοινωνικούς θεσμούς, να αναδεί­ξουμε την αλληλοβοήθεια, να αναζητήσουμε τη χαρά και την ικανοποίηση στη ζωή αλλά και την ψυχική υγεία μέσα από δώρα που δεν σχε­τίζονται με την αγορά και την πρόσκαιρη ικανοποίηση του καταναλωτισμού.
Ο Γάλλος κοινωνικός φιλόσοφος Αντρέ Γκορζ (Α. Gorz) μιλώντας για την αξία του εθελοντισμού αναφέρει χαρακτηριστικά: «Η έξοδος από τη σημερινή κρίση της κοινωνίας πρέπει να αναζητηθεί ταυτόχρονα σε λιγότερη αγορά, λιγότερο κράτος και περισσότερες ανταλλαγές που δεν κυριαρχούνται από το χρήμα ούτε από τη διάκριση ούτε από τη διοίκηση, αλλά θεμελιώνονται σε δίκτυα αλληλοβοήθειας, εθελοντικής συνεργασίας, αυτό-οργανωμένης αλληλεγγύης στην ενδυνάμωση της κοινωνίας των πολιτών.
Οι εθελοντικές οργανώσεις σε μια τέτοια προοπτική έχουν να διαδραματίσουν ένα αυτόνομο και σημαντικό ρόλο στην κοινωνική πολιτική και στις ανθρώπινες σχέσεις «αμοιβαιότητας» από τις οποίες αναδύεται η όψη μιας άλλης κοινωνίας από εκείνη που παράγει ο καπιταλιστικός οικονομικός μηχανισμός».
Και επίκαιρα μπορούμε να πούμε τα λεγόμενα του μεγάλου παιδαγωγού και φιλοσόφου Παπανούτσου για την αρετή της φιλίας, αυτής της φιλίας που δίνει χαρά στον συνάνθρωπο που
αναδεικνύει το υψηλό ποιόν της ανθρωπιάς μας. Δίνουμε χαρά, αγαπούμε τον διπλανό μας δίχως να λειτουργούμε ανταποδοτικά, αλλά μόνο γιατί πιστεύουμε στις ουσιαστικές ανθρώπινες σχέσεις και στις οικουμενικές αξίες και αρχές που καθιστούν στην ολότητά τους την ηθική βάση για την επικράτηση της χαράς και της συνύπαρξης στηριζόμενη στην αλληλεγγύη, αλληλοβοήθεια, εντιμότητα, γνησιότητα, διαφάνεια, ανθρωπιά.
Η σημερινή κοινωνική πραγματικότητα με την επανάσταση της πληροφορικής, την αναποτελεσματικότητα των εθνικών πολιτικών και την παγκοσμιοποίηση καθώς έχουν αλλάξει το κοινωνικό πεδίο και το έχουν δυσκολέψει μη επιτρέποντας στον σύγχρονο άνθρωπο να λειτουρ­γήσει ελεύθερα, παρατηρούμε ο εθελοντισμός να είναι μία μορφή έκφρασης του σύγχρονου ανθρώπου που θέλει να αλλάξει το δύσκολο κοινωνικό περιβάλλον και να το κάνει πιο φιλικό και πιο ανθρώπινο., .μία πάλη ανάμεσα στις δύο όψεις της κοινωνίας... η γκρίζα όψη όπως τη βλέπουμε και στην κοιλάδα Εθελουσία (στο βιβλίο «Η γέφυρα της ζωής», εκδόσεις Εντύπωσις, έτος έκδοσης 2015) αλλά και πώς την οραματίζονται οι πολίτες και παλεύουν να επικρατήσει μέσω των εθελοντικών οργανώσεων και τον εθελοντισμό σε όλες τις εκφάνσεις του, σαν τη Χώρα της ζωής με την επικράτηση της χαράς, την αλληλοβοήθεια, την αλληλεγγύη, την φιλία και την αμοιβαία συνύπαρξη όλων των κατοίκων.
,          .      ...   τιιν   όλη του δράση που τον
ο εθελοντής μ η εί=ιδανι*ενμένη
ww 5ea,
'ΤδοαΖθ^™1 έχ0νΧαζ
τ(,l£                                                                         /.«λλιεογεί’"1
είναι μια oiaoixauiu,                        ^ «.^iwr·
3ΐό την »
Ακολουθεί το σχολείο που μέσω της εκπαίδευσης και της απόκτησης μόρφωσης αλλά και των σχολικών δράσεων αποτελούν τη βάση για να αποκτούνται μέσω και της κοινωνικοποίησης εκείνες οι αντιλήψεις, στά­σεις, αρχές και αξίες που προάγουν τον ανθρωπισμό και την ικανοποί­ηση από τη διάθεση προσφοράς και που λειτουργεί ως ένας αόρατος δυνατός όμως συνεκτικός ιστός στην κοινωνία μας, επιδιώκοντας έτσι στην αρμονική συνύπαρξη και στους νόμους της ηθικής.
Είναι τα απαραίτητα δομικά στοιχεία για να αντισταθούμε αλλά και να χτίσουμε μία κοινωνία «άλλη» πιο ανθρώπινη και πιο ευτυχισμένη με κύριο μοχλό τις ηθικές αξίες που απώλεσε ο σύγχρονος άνθρωπος. Στις μικρές κοινωνίες η ενεργοποίηση των πολιτών προς τον εθελον­τισμό είναι πιο εύκολη, αφού όλα γίνονται αντιληπτά εύκολα και όσες κοινωνικές δράσεις λαμβάνουν χώρα γίνονται ορατές όπως και τα αποτελέσματά τους.
ν“ Γ,ΧΓηίΛΧίο. Αβ^ά Ί Τ
Mo,,,vcr^s
κθττ««ο τηςκο^ΧΧ„Μβειας *<«
s^-^-rriS»
σεις φιλικές Λαρεες.
ράλλον για να ετ
Οι εθελοντικές ομάδες (αιμοδοσία, δωρεά οργάνων σώματος, αθλη­τισμός, κοινωνικό παντοπωλείο-φαρμακείο-φροντιστήριο, φιλοξενία αστέγων, κ.λ.π.) που φέρουν εις πέρας πολλές δράσεις αποτελεί θε­τική εικόνα και παρότρυνση, για να εμπλακούν όλο και περισσότε­ροι πολίτες σε εθελοντικές δράσεις, καθώς γνωρίζουν τα προβλήματα της τοπικής τους κοινωνίας αλλά και τον άνθρωπο της διπλανής πόρτας, τον γείτονα, τον συντοπίτη. Και κατά συνέπεια γνωρίζουν και τις ανάγκες του, πράγμα που κάνει αυθόρμητη την ενεργοποίησή τους και τη δράση τους, όταν έχουν ανάγκη συνάν­θρωποί τους που τους γνωρίζουν και λειτουργεί αυτόματα μέσα τους η ανθρωπιά και η συμπαράσταση. Αλλά και σε επίπεδο το­πικών ζητημάτων αναπτύσσεται ευκολότερα κίνημα εθελοντών, όταν θέλουν να διοργανώσουν εκδηλώσεις πολιτισμού, ανάδειξης τοπικής ιστορίας, παρεμβάσεις για καθαριότητα σε κοινόχρηστους χώ­ρους, οικοσυστήματα (ποτάμια, θάλασσες, υδροβιότοποι, λίμνες).
Οι παρεμβάσεις αυτές σε ζητήματα που αφορούν την τοπική κοι­νωνία λειτουργούν ενθαρρυντικά και προσελκύει και τους νέους, οι οποίοι δύσκολα εμπλέκονται σε εθελοντικές δράσεις. Βέβαια δεν εξωραΐζουμε την κατάσταση διότι μόνο το 0,3 % των πολιτών είναι εθελοντές... Και το κοινωνικό αυτό αίτημα καθίσταται ανα­γκαίο (Βερνίκος 2011).
Όμως, όπως τονίζει και η Άντα Αλαμάνου - υπεύθυνη Γραφείου Τύπου, χορηγιών και επικοινωνίας στην ΚΛΙΜΑΚΑ και συντονί- στρια Προγράμματος στήριξης αστέγων:
«Παρατηρείται αύξηση τα τελευταία χρόνια στην χώρα μας του επι­πέδου εθελοντικής προσφοράς, είτε μέσω ευαισθητοποιημένων πο- λιτιόν ή /και. μέσω οργανωμένων δράσεων εθελοντικιων φορέων, αλλά δεν θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο εθελοντισμός είναι ένα από τα διακριτά χαρακτηριστικά της ελληνικής κοινωνίας. Η έλλειψη παιδείας, ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης για τον χαρακτήρα, τις αξίες και τους στόχους του εθελοντισμού, καθώς και τα οφέλη που προκύπτουν σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο, σε συνδυασμό με την κουλτούρα του life style, του ατομικισμού και της κατανάλωσης που επικράτησε τις τελευταίες δεκαετίες,
ενδεχομένως να είναι ανάμεσα στους βασικούς παράγοντες για τα χαμηλά επίπεδα εθελοντικής προσφοράς στη χώρα μας».
Και εδώ βέβαια μπορεί ο καθένας μας να αντιληφθεί και να απαντήσει αβίαστα ότι εθελοντής δε γεννιέται κάποιος αλλά γίνεται, όταν εκ­παιδευτεί κατάλληλα, όταν αποκτήσει την παιδεία και ενστερνιστεί τις πανανθρώπινες αξίες (ειρήνη, δημοκρατία, ελευθερία, ισότητα, δι­καιοσύνη, αξιοκρατία, εντιμότητα, αρετή) αλλά και να πιστέψει στην αλλαγή αυτού του κόσμου, έτσι ώστε με τη βοήθεια του εθελοντισμού μέσω της αυτό-οργάνωσης των πολιτών (και όχι για να βοηθήσουν το κράτος ούτε για να υποκαταστήσουν την ανεπάρκειά του) να δείξουν τον άλλον δρόμο, εκείνο τον δρόμο που είναι η «ιερά οδός» για μια κοινωνία πιο ανθρώπινη, οικοδομημένη από στέρεες και γνήσιες αν­θρώπινες σχέσεις.
Σύμφωνα με τον καθηγητή (ΕΜΠ) Παρασκευά Ν. Παρασκευόπουλο, «έχουμε ένα μεγάλο πρόβλημα, εκείνο των ανθρώπινων προτύπων. Οι πιο πολλοί έχουν τη γνώμη ότι σήμερα δεν υπάρχουν πρότυπα και ότι τα νέα σπρώχνουν τους νέους μας στα επουσιώδη και εφήμερα... Αυτή η διαπίστωση είναι σωστή και έχει ως επακόλουθο την επικράτηση των υλικών αγαθών. Μόνο όταν αντιστρέψουμε την κατάσταση
υπέρ των πνευματικών αγαθών.. Παντού υπάρχουν οι πολλοί 90% που ενδιαφέρονται για τον εαυτούλη τους ποδοπατώντας αξίες και
ιδανικά. Υπάρχουν όμως παντού και οι ολίγοι 10% που σε πείσμα της περιρρέουσας ατμόσφαιρας, στέκονται όρθιοι και δίνουν τη μάχη για έναν καλύτερο και ανώτερο τρόπο ζωής. Εδώ ταιριάζει να θυμηθούμε τα λόγια του σοφού μας Χείλωνα: «Στην πέτρα δοκιμάζεται το χρυσάφι αλλά στο χρυσάφι δοκιμάζεται ο άνθρωπος». Χωρίς τον ιστό των ανθρώπινων αξιών δεν μπορούμε να ανεβάσουμε τον άνθρωπο ψηλά και να τον κάνουμε πιο ανθρώπινο». Και το σύνθημα του φετινού εορτασμού της παγκόσμιας ημέρας του εθελοντή αιμοδότη 14 Ιουνίου 2016 : «Κάνω αυτό που θα ήθελα να κάνουν οι άλλοι για μένα» είναι δεικτικό της ανάγκης αυτής, ο άνθρωπος να γίνει περισσότερο ανθρώπινος, υπενθυμίζοντάς μας αυτό που μπορεί να μας προκύψει ανά πάσα στιγμή, το πρόβλημα υγείας: Ας γίνουμε λοιπόν πρότυπα των άλλων ξεκι­νώντας εμείς από τους εαυτούς μας γι’αυτό που θέλουμε να κάνουν οι άλλοι για εμάς...ώστε να ακολουθήσουν το παράδειγμά μας.
Κατερίνα Ντάση - Εκπαιδευτικός-συγγραφέας


Έκφραση
Γιώργος Κοτζιούλας και Κνουτ Χάμσουν
«Είμασταν απλοϊκοί κι ευλαβικοί, με μιαν απολησμονημένη μέσα στα μάτια μας καταχνιά του 19ου αιώνα, κληρονομιά πατρική.
Ποίηση, κοινωνική επανάσταση, έρωτας, μπερδεύονταν στο μυαλό μας, έκαναν την περπατησιά μας ζαλισμένη και σαν υπνοβα­τική» .
ΛΛε αυτή τη διαπίστωση - απολογισμό μιας εποχής, ο Τερζάκης κατορθώνει να δώσει το στίγμα της πρώτης μεσοπολεμικής δεκαετίας και με #Μ αφορμή την περίπτωση της Πολυδούρη ανάγεται στο «ματωμένο λυρισμό» μιας ολόκληρης γενιάς, που τελικά «έπεσε θερισμένη κι αναπο­λόγητη στο σύνορο της χίμαιρας» . Ανάλογη μοίρα θα γνωρίσει και η ποίηση του Γ ιώργου Κοτζιούλα, ενός επαρχιώτη ποιητή, ο οποίος, αν και δη­μιουργούσε παράλληλα με τους νέους της γενιάς του ’30, πορεύθηκε εμμονικά προσκείμενος στο αισθητικό δόγμα της γενιάς του ’20 που ήθελε την τέχνη να γίνεται ζωή και την ζωή τέχνη. Μέσα στον αισιόδοξο αέρα που έπνεε απ’τα νησιά του Αιγαίου, η ορεσείβια ποίησή του έμοιαζε να ηχεί παράφωνα και, όπως ήταν φυσικό, πέρασε στην αφάνεια.
Τα κριτικά κείμενα που γράφτηκαν γι’ αυτόν εμφανίζουν σημαντικές ελλείψεις, καθώς ακολουθούν κοινότοπες ερμηνευτικές γραμμές, που εμποδίζουν μια βαθύτερη κατανόηση του έργου του.
Ο στείρος βιογραφισμός έπληξε σημαντικά τον λογοτέχνη Κοτζιούλα, αναδεικνύοντας περισσότερο τη βιογραφία σε βάρος της ποίησής του, και διαμόρφωσε την εικόνα ενός αγνού επαρχιώτη, που θα ολοκληρώσει τις σπουδές του έπειτα από πολλές δυσκολίες, ενώ ο δρόμος για την τέχνη θα είναι γεμάτος πόνους και κόπο. Όσο κι αν οι πληροφορίες αυτές ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα, δεν παύουν να στρέφουν το ενδιαφέρον από το έργο στη ζωή του ποιητή. Μια άλλη κορεσμένη οπτική προσέγγισης της ποίησής του πηγάζει από την μονομερή αναζήτηση συνδετικών κρίκων με το δημοτικό τραγούδι και τη λαϊκή παράδοση. Η Λιλίκα Νάκου θα γράψει για το έργο του: «Ήταν τραγούδια που πήγαζαν από μια αγνή, βασανισμένη κι ελληνική ψυχή» . Η διαπίστωση αυτή προβάλλει τον ποιητή ως φορέα και εκφραστή, λόγω καταγωγής, μιας συλλογικής λαϊκής συνείδησης, ενώ αφαιρεί από το έργο του κάθε λόγιο στοιχείο. Αποτέλεσμα της στάσης που κράτησε η κριτική απέναντι στον ηπειρώτη ποιητή ήταν αφενός να αποσιωπηθεί η λόγια πλευρά του - ο Κοτζιούλας υπήρξε μεταφραστής, δοκιμιογράφος και κριτικός σε εφημερίδες - και αφετέρου να μείνει στην αφάνεια κάθε στοιχείο που τον συνδέει τόσο με την σύγχρονή του ελληνική όσο και με την ευρωπαϊκή λογοτεχνία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η «συνομιλία» του με το έργο του σκανδιναβού συγγραφέα Knut Hamsun, η οποία αποδεικνύει και το οξύτατο φιλολογικό του αισθητήριο. Ο συσχετισμός των δύο λογοτεχνών, αν και φαινομενικά μοιάζει άτοπος, στην πραγματικότητα είναι καθόλα νόμιμος, καθώς στοι- χειοθετείται τόσο από εγγενείς, δομικές αναλογίες του έργου τους αλλά και από πλήθος εξωκειμενικών αναφορών (χάριν οικονομίας θα περιοριστώ στη μελέτη μόνο των εξωλογοτεχνικών τεκμηρίων).
Η είσοδος του Knut Hamsun στην Ελλάδα εντάσσεται σε μια γενική στροφή που σημειώθηκε στο μεσοπόλεμο προς τις λογοτεχνίες των βόρειων χωρών. Ήδη από την αυγή του 20ου αιώνα το χαμσουνικό έργο συστήνεται στο ελληνικό κοινό, με πρώτη τη μετάφραση του μυθιστορήματος Βι- κτώρια από τον Δ. Χατζόπουλο στο περιοδικό Διόνυσος, ενώ το 1903 ακολουθεί και η μετάφραση του Πάνα από τον Π. Νιρβάνα στα Παναθήναια. Ωστόσο, γύρω στη δεκαετία του ’20 σημειώνεται μια μεταφραστική έξαρση έργων του Hamsun και από τότε το όνομά του θα συνδεθεί άρρηκτα με εκείνο του πλέον συστηματικού μεταφραστή του, Βάσου Δασκαλάκη . «Ο Χάμσουν κοντά στο προσωπικό του, έτυχε ν’ αποχτήσει κι ένα πρόσθετο θέλγητρο, στη γλώσσα μας: αυτό του μεταφραστή του» και παρακάτω «κι όσοι τον παρακολούθησαν από κοντά έχουν να πουν πως μέσα στο με­ταφρασμένο Χάμσουν έβαλε όχι λίγο από τον εαυτό του, από το λεχτικό του οίστρο» θα γράψει ο Κοτζιούλας για τη μεταφραστική δουλειά του Δα- σκαλάκη .
Η περίπτωση, όμως, της πρόσληψης του Νορβηγού συγγραφέα και ποιητή παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον λόγω της έντασης, με την οποία έγινε αποδεκτό το έργο του, αλλά και της ιδεολογικής φόρτισης με την οποία αυτό περιβλήθηκε . Η θερμή υποδοχή του έδωσε μια πληθώρα μυθιστορημάτων και ποιημάτων, με το ενδιαφέρον των Ελλήνων συγγραφέων να ξεπερνά το λογοτεχνικό κείμενο και να κατευθύνεται ακόμη και στη βιογραφία του Νορβηγού. Έτσι, οι περιπέτειες του Hamsun πρόσφεραν ένα νέο πεδίο θεματικής, όπου πλέον ο ίδιος από το διακείμενο των ελληνικών μυθιστορημάτων γίνεται ο ήρωάς τους . Το έργο του μετατράπηκε σε αντικείμενο λατρείας, ενώ οι περιπλανώμενοι, κοινωνικά ανένταχτοι ήρωές του, που με τη φιλοσοφία και τον τρόπο ζωής τους απαξιώνουν τα καθιερωμένα κοινωνικά πρότυπα, συναντούν τους ιδεολογικούς πόθους των εδώ συγγραφέων και ποιητών, διαμορφώνοντας μια παράδοση «αλητογραφίας», όπως θα την ονομάσει ειρωνικά ο Αιμίλιος Χουρμούζιος . Από τα κριτικά κείμενα των δεκαετιών ’20 και ’30, όταν τα βιβλία του Hamsun διαβάζονταν με πάθος, ξεχωρίζει εκείνο του Κοτζιούλα, διότι είναι το μόνο που συλλαμβάνει και μεταφέρει τη χαμσουνική μανία της εποχής του. Το κείμενο φέρει τον τίτλο «Η αγάπη του φίλου μου» και δημοσιεύεται το Μάρτιο του 1933 στη Νέα Εστία. Θέμα του είναι η αγάπη που έτρεφε για τον Hamsun ένας φίλος του συγγραφέα, μια αγάπη που του γέννησε και την επιθυμία να ταξιδέψει στη Νορβηγία, προκειμένου να συναντήσει το πρότυπό του. Τελικά, το ταξίδι ματαιώνεται οριστικά από τον αιφνίδιο θάνατο του ήρωα. Προφανώς, ο ανώνυμος αυτός φίλος του Κοτζιούλα είναι ο Μίνος Ζώτος, ο οποίος πέθανε λίγους μήνες πριν τη δημοσίευση του κειμένου, τον Δεκέμβριο του 1932, ενώ η τελευταία του συλλογή, γραμμένη την ίδια χρονιά και δημοσιευμένη μετά το θάνατο του ποιητή, φέρει τον τίτλο Σουρντίνα, παραπέμποντας έτσι στο μυθιστόρημα του Hamsun Ένας αλήτης παίζει με σουρντίνα.
Ο Κοτζιούλας χαρακτηρίζει το κείμενο αυτό διήγημα, παρά το γεγονός ότι δεν παρουσιάζει κάποια ιδιαίτερη πλοκή ούτε και μεγάλο βαθμό λογο­τεχνικότητας. Η ανωνυμία του ήρωα και η επιμονή του συγγραφέα στην παρουσίαση της ιδιαίτερης σχέσης που ανέπτυξε ο φίλος του με το έργο του Hamsun λειτουργούν στην ουσία ως προφάσεις, προκειμένου να γίνει λόγος για τις υπερβολικές διαστάσεις που πήρε η πρόσληψη του Νορ­βηγού στην Ελλάδα. Υπό αυτή την οπτική, έχουμε μπροστά μας όχι ένα διήγημα αλλά ένα λογοτεχνίζον δοκίμιο, στο οποίο ο Κοτζιούλας με ουδέτερο τόνο και τρόπο αντικειμενικό παρουσιάζει την υποδοχή του Hamsun, τη στιγμή που αυτή βρισκόταν ακόμη σε εξέλιξη. «Όσο για μένα, ήμουν σε θέση να του παραβλέπω αρκετές αδυναμίες, κι άλλωστε τόβρισκα ευχάριστο να γίνεται λόγος για τέτοια ζητήματα. Ο φίλος μου ήταν ένας άνθρωπος που πιο πολύ απ’ όλα χρειαζόταν συμπάθεια, και δεν ήμουν εγώ που θα τούδειχνα αυστηρότητα» , γράφει στην αρχή του κειμένου και με τη φράση του αυτή αποστασιοποιείται από τον χαμσουνόπληκτο ήρωά του. Αυτή είναι και η ιδιαίτερη αξία του κειμένου. Τη στιγμή που επι­κρατούσε ένας λογοτεχνικός αναβρασμός γύρω από το όνομα του Hamsun, ο Κοτζιούλας κατορθώνει να παραμείνει νηφάλιος και να δημιουργήσει την ιστορία του ανώνυμου φίλου του, ο οποίος εντέλει αντιπροσωπεύει μια ολόκληρη γενιά. Παρότι και ο ίδιος ο ποιητής δέχθηκε επιδράσεις από αυτόν, δεν φαίνεται να συμμερίζεται την υπερβολή με την οποία αγαπήθηκε το έργο του Νορβηγού από τους Έλληνες λογοτέχνες, η οποία επέφερε και την αλλοίωση της ιδιαιτερότητάς τους.
Ο Κοτζιούλας δεν θα ξεχάσει ποτέ τον «λογοτεχνικό του φίλο» ακόμη κι όταν το άστρο του Χάμσουν έδυε στον ελληνικό ουρανό. Από τη δεκαετία του ’40 και μετά, οι Έλληνες λογοτέχνες αποποιήθηκαν της μεσοπολεμικής αγάπης που έτρεφαν για το έργο του Νορβηγού. Αυτή η αποστασιο­ποίηση είναι το αποτέλεσμα της στάσης που εκείνος κράτησε κατά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν τάχθηκε υπέρ των Γ ερμανών, γράφοντας μά­λιστα άρθρα υπέρ του Χίτλερ, στον οποίο και αφιέρωσε το Νόμπελ που του απονεμήθηκε. Χαρακτηριστική είναι η στάση που κράτησε και σ’ αυτή την περίπτωση ο Κοτζιούλας. Η ιδεολογική τοποθέτηση του Νορβηγού συγγραφέα, παρά το γεγονός ότι έπληξε την εικόνα που ο ποιητής είχε δια­μορφώσει γι’ αυτόν, δεν κατόρθωσε να κλονίσει και την πίστη του στην αξία του χαμσουνικού έργου. Αν και ο ίδιος φαίνεται να μην μπορεί να συγ­χωρήσει τον Χάμσουν γι’ αυτή του την επιλογή (να σημειωθεί πως ο Κοτζιούλας συμμετείχε ενεργά στην αντίσταση κατά των Γ ερμανών), προσπαθεί ωστόσο να τη δικαιολογήσει και αποκαλώντας τον «ξεκούτη» φαίνεται να την αποδίδει σε άνοια λόγω των γηρατειών .                                                                                                                                                                                          Συνέχεια δίπλα






O Γ ιώργος Κοτζιούλας δεν νόσησε ποτέ από τον «χαμσουνικό πυρετό». Τα ποι­ήματα του δεν είναι μια ακόμη προ­σθήκη στον μακρύ κατάλογο της «αλητογραφίας». Ενώ οι λογοτέχνες του μεσοπολέμου δημιουργούσαν σω­ρηδόν ήρωες του κοινωνικού περιθω­ρίου - κακέκτυπα των έργων του Χάμσουν - ο Γ ιώργος Κοτζιούλας, χάρη στο στέρεο φιλολογικό και κριτικό του υπόβαθρο, εντόπισε και ανέδειξε το πλέον αντιπροσωπευτικό στοιχείο της χαμσουνικής γραφής, εκείνο που οι σύγχρονοί του ποιητές και πεζογράφοι παρέβλεψαν και άφησαν να πέσει στο περιθώριο. Ο Κνουτ Χάμσουν, και μαζί μ'αυτόν και ο Γ. Κοτζιούλας, ανέδειξαν με απόλυτο τρόπο την παντοδυναμία του έρωτα σε όλες του τις εκφάνσεις.
Και οι δύο κατόρθωσαν να συνδυάσουν τον αφόρητο κυνισμό που λιμνάζει στην επιφάνεια των πραγμάτων με έναν βα­θύτερο και ουσιαστικότερο ιδεαλισμό, που όμως κινείται στη σφαίρα του ανέ­φικτου. «Εγώ κατόρθωσα να διαβάσω όλον τον Χάμσουν, απ' τον οποίον είμαι καταγοητευμένος! Αυτός είναι και κανέ­νας άλλος. Μόνο οι έρωτες των βιβλίων του Χάμσουν είναι πραγματικοί και με­γάλοι», γράφει σε επιστολή στο φίλο του Μίνο Ζώτο στις 25 Μαιου 1929 . Αυτό όμως που πραγματικά διακρίνει την περίπτωση του Γιώργου Κοτζιούλα είναι η ελευθερία, με την οποία συνομί­λησε με το έργο του Χάμσουν. Η επί­δραση δεν είναι πρόδηλη αλλά λανθάνει κάτω από το προσωπικό ύφος του ποιητή. Και όλα αυτά μαζί είναι στοι­χεία μιας υγειούς και δημιουργικής πρόσληψης, που τόσο έλειψε από την υποδοχή του Χάμσουν στην Ελλάδα.
Βασιλική Κουμπούρα, μεταπτυχιακή φοιτήτρια Νεοελληνικής λογοτεχνίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων


«Μέτρησα τα χρόνια μου και συνειδητοποίησα ότι, μου υπολείπεται λιγότερος χρόνος ζωής απ' ότι έχω ζήσει έως τώρα.. .Αισθάνομαι όπως εκείνο το παιδάκι που κέρδισε μια σακούλα καραμέλες: τις πρώτες τις καταβρόχθισε με λαιμαργία αλλά όταν παρατήρησε ότι του απέμεναν λίγες, άρχισε να τις γεύεται με βαθιά απόλαυση.Δεν έχω πια χρόνο για ατέρ- μονες συγκεντρώσεις όπου συζητούνται καταστατικά, νόρμες, διαδικασίες και εσωτερικοί κανονισμοί, γνωρίζοντας ότι δε θα καταλήξει κανείς πουθενά. Δεν έχω πια χρόνο για να ανέχομαι παράλογους ανθρώπους που παρά τη χρονολογική τους ηλικία, δεν έχουν μεγα­λώσει.
Δεν έχω πια χρόνο για να λογομαχώ με μετριότητες.
Δε θέλω να βρίσκομαι σε συγκεντρώσεις όπου παρελαύνουν παραφουσκωμένοι εγωισμοί.Δεν ανέχομαι τους χειριστικούς και τους καιροσκόπους.
Με ενοχλεί ο φθόνος και όσοι προσπαθούν να υποτιμήσουν τους ικανότερους για να οι- κειοποιηθούν τη θέση τους, το ταλέντο τους και τα επιτεύγματα τους.
Μισώ να είμαι μάρτυρας των ελαττωμάτων που γεννά η μάχη για ένα μεγαλοπρεπές αξίωμα. Οι άνθρωποι δεν συζητούν πια για το περιεχόμενο. μετά βίας για την επικεφα­λίδα. Ο χρόνος μου είναι λίγος για να συζητώ για τους τίτλους, τις επικεφαλίδες.
Θέλω την ουσία, η ψυχή μου βιάζεται.
Μου μένουν λίγες καραμέλες στη σακούλα.
Θέλω να ζήσω δίπλα σε πρόσωπα με ανθρώπινη υπόσταση.Που μπορούν να γελούν με τα λάθη τους.Που δεν επαίρονται για το θρίαμβό τους.Που δε θεωρούν τον εαυτό τους εκλεκτό, πριν από την ώρα τους.Που δεν αποφεύγουν τις ευθύνες τους.
Που υπερασπίζονται την ανθρώπινη αξιοπρέπεια.
Και που το μόνο που επιθυμούν είναι να βαδίζουν μαζί με την αλήθεια και την ειλικρίνεια. Το ουσιώδες είναι αυτό που αξίζει τον κόπο στη ζωή.Θέλω να περιτριγυρίζομαι από πρό­σωπα που ξέρουν να αγγίζουν την καρδιά των ανθρώπων.
Άνθρωποι τους οποίους τα σκληρά χτυπήματα της ζωής τους δίδαξαν πως μεγαλώνει κα­νείς με απαλά αγγίγματα στην ψυχή.
Ναι, βιάζομαι, αλλά μόνο για να ζήσω με την ένταση που μόνο η ωριμότητα μπορεί να σου χαρίσει.Σκοπεύω να μην πάει χαμένη καμιά από τις καραμέλες που μου απομένουν.
Είμαι σίγουρος ότι ορισμένες θα είναι πιο νόστιμες απ'όσες έχω ήδη φάει.
Σκοπός μου είναι να φτάσω ως το τέλος ικανοποιημένος και σε ειρήνη με τη συνείδησή μου και τους αγαπημένους μου.»
Mario de Andrade (Ποιητή, συγγραφέα, δοκιμιογράφο και μουσικολόγο από τη Βραζιλία)





Δεν παύουν οι αναστεναγμοί και οι λοιπές καρηβαρίες. Έρχονται όμως στιγμές
που ακούς από μακριά τη θάλασσα να φλοισβίζει
και το ρυάκι, πιο κοντά αυτό, να κελαρύζει’
που μυρίζεις την αγγελικούλα που μαζί με τον ίασμο,
ασάλευτα, σου συστήνουν την επελαύνουσα μυρωδάτη άνοιξη’
και βλέπεις ολούθε γύρω σου τα πετεινά του ουρανού
ανέμελα να τσιρίζουν και να πεταρίζουν.
Παρεισφρέοντας, λοιπόν, σε αυτό το παραδείσιο περιβόλι, με λοιπούς εκδρομείς,υποστηριζόμενος από τα πλεξιγκλάς προ­ϊόντα του πολιτισμού σου,
νοιώθεις πως αυτές οι έγνοιες και αυτοί οι καημοί είναι πραγματικά λιποβαρείς.
Και η ζωή δικαιωμένη, επιτέλους, ξαναβρίσκει τις σωστές της διαστάσεις.
Φοβέριζες πως η φυγή σου θα εντυπωσιάσει κι η έξοδος σου από την κανονικότητα θα ξαφνιάσει οι άνθρωποι, έλεγες, καιρό πολύ με τις αιτίες της θα απασχολούνταν
κι η απόφαση σου αυτή εύκολα δεν θα λησμονούνταν
Και όταν έφυγες, για λίγο, είναι αλήθεια
κάποιοι σημείωσαν την απουσία σου και ρώτησαν για την
υγεία σου
όχι όμως αναζητώντας τα πως και τα γιατί μιας αταξίας αλλά κυρίως γιατί δεν έβρισκαν στο χρόνο που τους άφησες τους νέους προμηθευτές της δικής τους εντροπίας!














Σ
τις 7 Αυγούστου 2016 έχουμε την χαρά και την τιμή να έχουμε κοντά μας την περίφημη Μπάντα του Πολεμικού Ναυτικού για μια μουσική συ­ναυλία με τραγούδια γνωστών Ελλήνων δημιουργών (Θεοδωράκης, Χατζη- δάκης, Μουζάκης, Σαββόπουλος, Κατσαρός κα) που αγαπήσαμε και τραγουδήσαμε. Η μπάντα απαρτίζεται από 45 ένστολους καταξιωμένους μουσικούς με μαέστρο τον Πλωτάρχη κ Γ. Τσιλιμπάρη ΠΝ και υπεύθυνο τον Πλοίαρχο κ Α. Μιχέλη ΠΝ, διευθυντή του γραφείου δημοσίων σχέσεων του Πολεμικού Ναυτικού. Τη μπάντα πλαισιώνουν οι τραγουδιστές Ανδρέας Κα- ραούλης-Τενόρος, Ιρσίλη Μπενέτου, Σταύρος Σαλαμπασόπουλος-Τενόρος και Ευδοκία Μωυσίδου- Σοπράνο.
Θέλουμε να ευχαριστήσουμε το Πολεμικό μας Ναυτικό και ιδιαίτερα τον Αρ­χηγό του ΠΝ Αντιναύαρχο κ Γ. Γιακουμάκη ΠΝ που ανταποκρίθηκε στο αί­τημά μας ώστε η μπάντα του Πολεμικού μας Ναυτικού να βρεθεί κοντά μας. Σκοπός της συναυλίας είναι να γνωρίσουν οι κάτοικοι της περιοχής από κοντά την μπάντα του ΠΝ και να απολαύσουν μία υψηλού επιπέδου μουσική συναυλία. Η μπάντα του Πολεμικού Ναυτικού δημιουργήθηκε το 1875. Η πρώτη δημόσια εμφάνιση της μπάντας πραγματοποιήθηκε την 25η Μαρτίου του έτους 1890 κατά την παρέλαση της Εθνικής Εορτής. Η Μουσική του Πο­λεμικού Ναυτικού έχει αντιπροσωπεύσει την πατρίδα μας πάρα πολλές φορές στο εξωτερικό. Είναι η μόνη Μπάντα που είχε συμμετοχή και στις δύο Ολυμπιάδες που πραγματοποιήθηκαν στη χώρα μας. Το 1896 συμμετείχε στις τελετές Έναρξης και Λήξης, και το 2004 στην τελετή Έναρξης των Ολυμ­πιακών Αγώνων.





Τα χρόνια του Φιδιού-Λιπεσάνορες
Στις 8 Αυγούστου 2016 θα παρουσιαστεί το θε­ατρικό έργο Τα χρόνια του Φιδιού-Λιπεσάνορες του Δημήτρη Βαρβαρήγου σε σκηνοθεσία Κα­τερίνας Μαντέλη. Όταν τα καράβια των Ελλή­νων λόγω άπνοιας παρέμεναν στην Αυλίδα, ο μάντης Κάλχας καθώς έδινε το χρησμό, είδε ένα φίδι να ανεβαίνει πάνω σε ένα δέντρο και να τρώει 10 πουλάκια μέσα στη φωλιά τους. Προ- μάντευσε πως ο τρωικός πόλεμος θα διαρκέσει 10 χρόνια. Αυτά λοιπόν είναι «τα χρόνια του φι­διού» που κατέστησαν τις γυναίκες «Λιπεσάνο- ρες, γυναίκες παρούσες που όμως πάντοτε τους λείπανε οι άντρες». Το εξαίρετο και αντιπο­λεμικό έργο του Δ. Βαρβαρήγου επιβεβαιώνει το αλύτρωτο δράμα του ανθρώπου, που ακόμα και στον Άδη μέσα από βίαιο θάνατο, οι ψυχές δεν ελευθερώνονται και πονάνε από τις μνήμες. Πέντε γυναίκες -σκιές του Άδη με άυλα πρό­σωπα, σ' ένα παιχνίδι ψυχών- έρχονται να μας μιλήσουν για τους άνοους άντρες που κάνουν δώρο στους νέους τον πόλεμο, γιατί ζηλεύουν τη νιότη τους. Πέντε γυναίκες με καταγωγή από την Ανατολή, με τη φιλοσοφική της φωνή και την αισθητική της, φωνές «διαχρονικής προσφυ­γιάς» στους απερχόμενους και επερχόμενους αι­ώνες του έρωτα, του πολέμου και του σύμμαχου χάρου, γυναίκες που μιλούν για ερωτικό πάθος, μητρότητα, καρτερία, νοσταλγία ειρήνης, χαρά, φιλία, καθημερινό χρέος, αφοσίωση, ιδανικά, πα­θήματα και πάθη, φόβο θανάτου, προσφυγιά, σκλαβιά, εκδίκηση, περιφρόνηση, έλεος και λύ­τρωση. Γυναίκες λιπεσάνορες, που η ζωή τους σπαταλήθηκε όμοια με άλλων γυναικών ανά τους αιώνες και παραμένουν σε «ανάλογες αντιστοι­χίες» σήμερα. Παίζουν: Εκάβη: η συντοπίτισσα μας Γεωργία Ζώη, Ανδρομάχη: Ελίζα Σολωμου, Κασσάνδρα: Ντομένικα Ρέγκου, Βρισηίδα: Ορ- νέλα Λούτη, Τρωαδίτισσα: Αρετή Κοκκίνου.
Στις 9 Αυγούστου 2016 θα δοθεί η παιδική πα­ράσταση «Ο Μάγος του Οζ» από τη θεατρική ομάδα Έκφραση Ιωαννίνων σε σκηνοθεσία Χ. Χρήστου. Η Δώρα είναι ένα κορίτσι που περνά τη ζωή της στη φάρμα των θείων της. Η ζωή κυ­λάει τόσο μονότονα, που αισθάνεται πλήξη και ονειρεύεται να ζήσει φανταστικές περιπέτειες. Η ευχή της να γνωρίσει τον κόσμο και να απολαύ­σει την περιπέτεια πραγματοποιείται όταν ένας δυνατός άνεμος τη μεταφέρει στη μαγική Χώρα του Οζ. Εκεί θα συναντήσει το Σκιάχτρο, το Λα- μαρινόκαρδο και το Δειλό Λιοντάρι, κι όλοι μαζί θα ξεκινήσουν ένα συναρπαστικό ταξίδι για να φτάσουν στη Χρυσαφένια πολιτεία στον περί­φημο Μάγο Οζ, που μπορεί να πραγματοποι­ήσει όλες τις επιθυμίες τους. Το Σκιάχτρο επιθυ­μεί να αποκτήσει μυαλό, ο Λαμαρινόκαρδος λα­χταρά να βρει μια καρδιά. καρδένια, ενώ το Δειλό Λιοντάρι θέλει να γίνει θαρραλέο!
Κάπως έτσι εκτυλίσσεται μια ιστορία ενότητας και συμμετοχής, κοινών στόχων, που βγάζουν στο φως ό,τι καλύτερο έχει ο καθένας μέσα του και ξεκινά ένα ταξίδι στην αυτογνωσία και τη δύ­ναμη της θέλησης.
Στις 10 Αυγούστου 2016 θα δοθεί η παράσταση «Ο ματωμένος Γάμος» του Λόρκα από τον θίασο Έκφραση σε σκηνοθεσία Χ. Χρήστου. Σε ένα ισπανικό χωριό ζωντανεύει μια παλιά βεν­τέτα ανάμεσα σε δύο οικογένειες και βαραίνει τη ζωή της Μάνας και του Γιου της. Η Νύφη που ο Γιος διάλεξε να κάνει γυναίκα του, ήταν κάποτε αρραβωνιασμένη με το Λεονάρδο, ένα νεαρό από την αντίπαλη οικογένεια. Το ερωτικό πάθος που ένωνε το Λεονάρδο με τη Νύφη ξαναφουν­τώνει. Η Νύφη, αμέσως μετά το γάμο, φεύγει μαζί του, εγκαταλείποντας τον άνδρα της. Από εδώ και πέρα η μοίρα κινεί τα νήματα της ζωής τους. Η οικογένεια του Γ αμπρού με την καθοδή­γηση της Μάνας καταδιώκει τους ερωτευμένους στο δάσος. Ο Γαμπρός βρίσκει το Λεονάρδο και μονομαχεί μαζί του. Όταν ο θάνατος με τη μορφή ζητιάνας και το ολόγιομο φεγγάρι τριγυρ- νούν στο δάσος, οι δύο αντίζηλοι πέφτουν νε­κροί, χτυπημένοι ο ένας από το χέρι του άλλου.
Στις 11 Αυγούστου 2016 θα δοθεί η παράσταση «Πλούτος» του Αριστοφάνη από το θεατρικό ερ­γαστήρι Λαμπιόνι Θεσσαλονίκης της Αννίτας Γ καϊτατζή. Η κοινωνική αδικία, η χρεωκοπία των αξιών, η φτώχεια, οι συκοφάντες, οι κλέφτες, οι τοκογλύφοι, οι θεομπαίχτες, οι καταχραστές είναι η εικόνα της Αθήνας το 388 π.Χ.. Ο Αρι­στοφάνης γράφει τον «ΠΛΟΥΤΟ», ώστε να μοι­ραστεί με τους σύγχρονους του τον προβληματισμό του για τη άδικη κατανομή του πλούτου και την έκρηξη της διαφθοράς. Η κρίση της εποχής, όχι μόνο η οικονομική αλλά και η ηθική αναδύει το αίτημα μιας δίκαιης πολιτείας που χαρίζει σε όλους τους ενάρετους πολίτες πλούτο και ευημερία. Ένα άλλο όνειρο, μια ου­τοπία μοιράζεται ο Αριστοφάνης με τους συμπο­λίτες του.... και ... εναρμονιζόμενοι με την εποχή μας δηλώνουμε (αναρωτιόμαστε) οποιαδήποτε ομοιότης του έργου με το σήμερα είναι εντελώς συμπτωματική;
Στις 12 Αυγούστου 2016 θα δοθεί η παράσταση «Γλυκιά και αλησμόνητη Ιωνία». Θα παρουσια­στούν τραγούδια, χοροί και θεατρικά δρώμενα με αναφορά στη Ρωμανία και στην κοσμοπολί­τικη Σμύρνη.
1.                   Η Ρωμανία (επάρθεν) επέρασεν ανθεί και φέρει κι άλλον.
2.                   Ταξίδι στην Ιωνική γη, ειδικότερα στην κοσμοπολίτικη Σμύρνη
Οι Έλληνες πρόσφυγες εξ Ιωνίας (Πόντος, Σμύρνη) διασώζουν και διατηρούν ήθη και έθιμα μέσα από τραγούδι, χορό και θεατρικά δρώ­μενα.
Θα είναι κοντά μας ο Μορφωτικός Πολιτιστικός συλλόγος Ποντίων Ροδίτης Σερβίων Κοζάνης με πρόεδρο την κυρία Μαρία Κεχαγιά και χορο­διδάσκαλο τον κ Σπύρο Αφεντουλίδη. Ο σύλλο­γος διαθέτει δική του κομπανία με νταούλια, κεμεντζέ (ποντιακή λύρα) και αγγείο. Τραγουδά και παίζει λύρα η Κατερίνα Μιχαηλίδου. Θα πα­ρουσιαστεί το θεατρικό δρώμενο Μωμόγεροι. Το δρώμενο, που έχει τις ρίζες του στη Διονυσιακή λατρεία, παρουσιάζει την αναγέννηση της φύσης και έχει σκοπό σάτιρας. Η αναγέννηση συμβολίζεται με τη νύφη, η οποία φλερτάρει με το νεαρό, ενώ ο ηλικιωμένος την κυνηγά να την πάρει πίσω, σε μία παραλλαγή του μύθου της Περσεφόνης. Τελικά νικά ο νεαρός που φέρνει την αναγέννηση.
Επίσης θα έχουμε κοντά μας τον Μορφωτικό Πολιτιστικό σύλλογο Σμυρναίων Μικρασιατών Βαθύλακκου Θεσσαλονίκης με πρόεδρο την κ Αθηνά Ρουμελιώτη και χοροδιδάσκαλο τον κ Ευάγγελο Παπάζογλου. Ο σύλλογος διαθέτει δική του κομπανία με σαντούρι, τουμπερλέκι και ούτι. Τραγουδά ο Χρήστος Χαλκιάς, Καθηγητής Βυζαντινής μουσικής. Θα παρουσιαστεί το θεα­τρικό δρώμενο «Καφέ Αμάν».
«Μια φορά κι έναν καιρό στην παλιά Σμύρνη, μέσα σε ένα καφέ αμάν... με μονέ­δες και σαντουροβιόλια»
Ταξίδι στην ιωνική γη και πιο ειδικά στην κοσμο­πολίτικη Σμύρνη, μέσα από την αναβίωση ενός «Καφέ Αμάν» (μουσικό ταβερνείο της εποχής) με αναπαραστάσεις, χορούς και ιστορική αφή­γηση που αφορούν τη μουσική ζωή των Σμυρ- νιών μετά τα μέσα του 19ου αιώνος, τους αμανέδες, την απαρχή του ρεμπέτικου, τις εστουδιαντίνες και το μεταπροσφυγικό μικρα- σιάτικο τραγούδι.
Ωρα έναρξης παραστάσεων 21:00.Είσοδος ελεύθερη. Καλή Αντάμωση,
Ρίτα Μυστακοπούλου Νάστου


Ο ΑντριάνΖογκράφι, ηλικίας είκοσι δύο ετών, εγκαταλείπει τη χώρα του, για πρώτη φορά, το Δεκέμβριο του 1906.
Μπαρκάρει στην Κωνστάντσα για την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου.
Η ημερομηνία αυτή έχει ιδιαίτερο βάρος στην ύπαρξή του. Μέχρι τις παραμονές του Μεγάλου Πολέμου, ο νεαρός μας ιδεαλιστής θα είναι εραστής της Μεσογείου.
Η Ρουμανία και η Μπραϊλα, όπου η μητέρα του μοχθεί μες στην αγωνία, δεν θα τον ξαναδούν παρά μόνο μετά απ’ όσο καιρό θέλουν τα χελιδόνια να μεγαλώσουν τα μικρά τους.
Στις σελίδες που ακολουθούν, ο Αντριάν διηγείται ο ίδιος τις κυριότερες σκηνές από την παραμυθένια μεσογειακή του εμπειρία.
ΠΑΝΑΪΤ ΙΣΤΡΑΤΙ
Οι φίλοι μου ισχυρίζονται πως έχω τη στόφα συγγραφέα και θα ήθελαν να δοκιμάσω να γράψω κάτι άλλο από άρθρα. Μπορεί όμως κανείς να είναι συγγραφέας χωρίς επινοητικό πνεύμα; Αυτή είναι η δική μου περίπτωση. Είμαι ανίκανος να φανταστώ μιαν ιστορία την οποία δεν έχω ζήσει, στα βασικά της έστω σημεία.
Εχθές, φεύγοντας από τη Μπρα'ίλα, μου είπανε πάλι:
- Απίθανα πράγματα θα δεις. Κοίταξε λοιπόν να σκαρώσεις κανένα αφήγημα, καμιά νουβέλα.
Οι συμβουλές αυτές μου ραγίζουν την καρδιά. Δεν θέλω τίποτε περισσότερο από το να μπορέσω να γράψω ωραία αφηγήματα, ή και κάποιο μυθιστόρημα, γιατί η ψυχή μου είναι ένα καζάνι που βράζει. Όμως όποτε επιχείρησα να γράψω κάποιο διήγημα, τίποτε αξιόλογο δε βγήκε από την πένα μου. Το μυαλό μου σταματάει τη στιγμή ακριβώς που πιάνω να κάνω το σκαρίφημα και της πιο μικρής ιστορίας. Και η απογοήτευση μου παγώνει την καρδιά. Οπότε, αυτή τη φορά, προτίθεμαι να σημειώσω έτσι απλά, κάποια περιστατικά από τη ζωή μου.
Απόψε, στις 12 Δεκεμβρίου 1906, η ευκαιρία είναι μοναδική, δραπετεύω! από τη χώρα μου. Φεύγω για την Αίγυπτο! Σαν ψέμα μου φαίνεται. Θα είναι το ωραιότερο αφήγημα των ονείρων μου!
Παιδί στο σχολείο, έμενα εκστατικός μπροστά στις βιβλικές εικόνες που αναπαριστούσαν φαραώ, αιγυπτιακούς ναούς και φοίνικες. Στεναχω- ριόμουν λοιπόν που δεν ήμουν χελιδόνι, να πεταχτώ πάνω από τη Μεσόγειο, ανάμεσα στο μπλε τ’ουρανού και της θάλασσας.
Να γιατί είμαι ανυπότακτος σε κάθε είδους μεθοδευμένο σκοπό, όπως αυτός της μητέρας μου, που ήθελε να με κάνει έναν φιλήσυχο πολίτη της Μπρα'ίλα. Θεέ μου! τί πιο ολέθριο από το να έχεις τον αστράγαλό σου αλυσοδεμένο στο λιθόστρωτο ενός μέρους κακόμοιρου, που μπορεί να το βρέχει ο Δούναβης, μα που ο ορίζοντάς του είναι πάντα ο ίδιος, όπου δεν σου τυχαίνει τίποτε το υπέροχο, όπου μια ολόκληρη ύπαρξη θρυμματίζεται όπως στη φυλακή; Ενώ η γη, έχει τόσο πλούτο σε διαφορετικές ομορφιές και η ψυχή μας τόση δίψα για θάμβος!
Μεσόγειος... Νομίζω πως θα λιποθυμήσω, εκείνο το επόμενο πρωί, όπου τα μάτια μου ξάφνου θα βουτήξουν στο εκθαμβωτικό της απέραντο. Κοντεύει μεσάνυχτα. Δεκαπέντε βαθμοί υπό του μηδενός. Ο βοριάς φυσά με μανία και οι ριπές του χιονιού τυφλώνουν τους φτωχούς ναύτες, που καταπιάνονται με τις ετοιμασίες της αναχώρησης. Το ΌριανΕξπρές μόλις αφίχθη, με δύο ώρες καθυστέρηση. Ο μηχανικός, θυμωμένος οπωσδήποτε, μπλόκαρε τόσο απότομα τους τροχούς, που έκανε την αμαξοστοιχία να ουρλιάξει με κάθε της σιδερικό: “Ορίστε, πάρτε το σκυ- λοτροφείο σας κι αφήστε με να πάω στη γυναίκα μου!”
Περίπου μια ντουζίνα φαντάσματα, κρυμμένα εξολοκλήρου μέσα στις γούνες τους, βγήκαν από τα φιλόξενα διαμερίσματα του τραίνου, για να χωθούν, πενήντα βήματα πιο πέρα, μες στις φιλόξενες καμπίνες του πλοίου. Είναι άνθρωποι πολύ πλούσιοι, που έρχονται από πολύ μακρυά, από το Παρίσι, από το Λονδίνο. Εξοργισμένοι λόγω της καθυστέρησης, βλαστημούσαν τις στέπες του Μπαραγκάν, όπου κόντεψαν να περάσουν ολόκληρη τη νύχτα και να χάσουν το βαπόρι μας για την Ανατολή. Φαίνεται μάλιστα πως εκστόμισαν και βρισιές, στις γλώσσες τους, που προ­ορίζονταν για τη χώρα μου, κάτι που με αφήνει απολύτως αδιάφορο, αλλά που μου φαίνεται και αστείο μαζί, διότι οι κύριοι αυτοί φαντάζονται ότι τώρα δα θα σηκώσουμε άγκυρα και αύριο το μεσημέρι δώδεκα νταν, θα τους αφήσουμε στην Κωνσταντινούπολη.
Κάθε άλλο. Μπορεί ο άγριος χειμώνας να είναι ο εχθρός των τραίνων, αλλά δεν παύει να 'ναι ο εχθρός και των μοντέρνων καραβιών, όπως των δικών μας, που καίνε μαζούτ και που με το φοβερό αυτό κρύο δεν μπορούν να προμηθευτούν τα καύσιμά τους. Το μαύρο υγρό έχει γίνει πάγος. Οι αντλίες αδυνατούν να γεμίσουν τις δεξαμενές του πλοίου.
Αυτό το γνωρίζουν ήδη μες στα σαλόνια και ανησυχούν. Ένας αξιωματικός πηγαίνει κάθε τρεις και λίγο να καθησυχάσει αυτόν τον απαιτητικό κόσμο, ενώ στη γέφυρα, οι διαταγές αντηχούν, όλο και πιο νευρικές και οι ναύτες τρέχουν, πανικόβλητοι.
Τί θλιβερό που είναι όλο αυτό! Βλέπω τους μεν, μέσα στα πολυτελή σαλόνια, να κάθονται αναπαυτικά και να διαβάζουν τις εφημερίδες τους. Βλέπω τους δε, μαστιγωμένους από το βοριά, με τα μάτια τους να τρέχουν δάκρυα, τα χέρια ξυλιασμένα από το κρύο, να μην ξέρουν τί να πρωτοκάνουν. Κι αναλογίζομαι πόσο μεγάλη αδικία βασιλεύει στη ζωή. Ποιός ξέρει, άν κι από τους μεν κι από τους δε, ο καθένας βρίσκεται δι­καίως στη θέση του; Μα ακόμη κι αν όντως είναι έτσι και πάλι είναι θλιβερό, διότι αυτοί που παλεύουν εκεί έξω δεν είναι σκυλιά, αλλά άνθρωποι, που υποφέρουν με την ανθρώπινη καρδιά τους. Ό,τι κι αν είναι εκείνος ο ναύτης εκεί, ευφυής ή χαζός, ζει μια ζωή πολύ σκληρή κι ο νους μου δεν το χωράει, πώς μπορεί κανείς να μένει αδιάφορος μπροστά σ’αυτή τη μοίρα. Ιδού το ερώτημά μου. Και αυτό θα ξαναρωτούσα πάλι άν αύριο αντιστρέφονταν οι ρόλοι. Εντέλει, όλα τα δόγματα κι όλες οι θεωρίες, με τις ασαφείς τους ερμηνείες, μου φαίνονται στείρα. Άν η καρδιά του ανθρώπου είναι τόσο σκληρή μπροστά στον πόνο του άλλου, πάει, ελπίδα δεν υπάρχει. Τίποτα δεν μπορούν να αλλάξουν οι θεωρίες.
Το μόνο που θα φέρουν στον κόσμο είναι μία κατ’επίφαση δικαιοσύνη, αλλά όχι τη δικαιοσύνη. Αυτήν, περιβεβλημένη με οίκτο, μόνο οι θρησκείες ήταν ενδεδειγμένες να την κάνουν να βασιλέψει ανάμεσα στους ανθρώπους. Οι θρησκείες όμως έχουνε χρεωκοπήσει. Και δεν ανασταίνονται οι νεκροί. Κατεβαίνω συχνά να ζεσταθώ στο εστιατόριο της τρίτης θέσης και ξανανεβαίνω να δω αν τελείωσαν το γέμισμα της δεξαμενής. Θέλω να δω το καράβι να αναχωρεί, να απομακρύνεται, να το καταπίνουν τα σκοτάδια της Μαύρης Θάλασσας. Ύστερα, θα πάω να πλαγιάσω. Τώρα, είναι δύο το πρωί. Όλοι σχεδόν οι επιβάτες κοιμούνται. Μόνο ένας, κάποιος Ρουμάνος από τη δεύτερη θέση, δρασκελίζει το σαλόνι και πότε πότε βγαίνει να ρωτήσει τον πρώτο ναύτη που βρίσκει μπροστά του:
                     Τί θα γίνει επιτέλους! Θα τελειώνουμε καμιά φορά μ’αυτό το μαζούτ;
Ένας γεροδεμένος άνδρας του απαντά:
                     Μα αυτό, κύριε, δεν είναι πια μαζούτ, έχει γίνει γιαούρτι! Κομμάτια-κομμάτια έρχεται.
Και το βουβό βλέμμα του άνδρα συμπληρώνει: “Σας ενοχλεί αυτό κύριε; Τί να πώ κι εγώ;”
Ναι, τί να πεί κι εκείνος, που έχει γεμίσει όλος πίσσα, που έχει μουδιάσει απ’το κρύο;
Θαύμασα την απάντηση, την ακλόνητη στάση αυτού του φίλου. Στη θέση του εγώ δεν θα μπορούσα να είμαι τόσογενναίος. Είναι φανερό πως η ψυχή των ανθρώπων αυτών είναι σκληραγωγημένη. Έρχονται από τόσο πολύ πιο μακριά απ’όσο εκείνοι απ’ το Παρίσι και το Λονδίνο.
Αχ, πώς θά 'θελανα’χω τη δύναμη για ν’αναγκάσω τους ανθρώπους να 'ναι δίκαιοι!
Το Δακία έφυγε από το λιμάνι σαν πειρατής. Ούτε που το κατάλαβα. Βρισκόμουν στο εστιατόριο, ακούγοντας απορροφημένος τις οδυνηρές εξομολογήσεις ενός δυστυχισμένου πατέρα, του οποίου έγινα φίλος, όταν ένα πλουμ!μ’έκανε να πιστέψω πως χάθηκε η γης κάτω απ’ τα πόδια μας. Τρέξαμε αμέσως έξω. Το βαπόρι έβγαινε ολοταχώς στο πέλαγος, μέσα σε μια θάλασσα αφηνιασμένη. Πίσω μας, η Κωνστάντσα, ίσα που μας μαρτυρούσε την εγκατάλειψή της, με μερικά φωτεινά σημεία, που τρεμόσβηναν μέσα σ’ ένα μαύρο κατράμι.
Συνέχεια στην επόμενη σελίδα
Πϋ
Εμείς όμως διεισδύαμε σ’ένα σκοτάδι ακόμη πιο τρομακτικό. Μεγαλοδύναμε, πώς μπορεί να δείχνουμε τέτοια εμπιστοσύνη στα στοιχειά! Πόση γνώση έχουν κατακτήσει οι άνθρωποι, ώστε να μπορούν να αντιμετωπίζουν με τόση τόλμη την μπαμπεσιά των ωκεανών; Μανούλα μου! Θα ήθελες να μείνω για πάντα κολλημένος στα φουστάνια σου, αλλά κοίταξε εδώ! ένα τόσο δα βηματάκι έξω από τη φωλιά μου κι αμέ­σως η ύψιστη ύπαρξη ανυψώνει στα μάτια μου μιαν ακρούλα από το πέπλο που κρύβει τη φοβερή της μαγεία! Άν ήξερες τί χαρά ευγνωμω- σύνης πλημμυρίζει αυτή τη στιγμή την καρδιά μου, σαν σκέφτομαι εκείνον τον άνθρωπο εκεί, που πάνω στη γέφυρα μεριμνά για τη ζωή μου! Χάρη σ’αυτόν, στη δική του γνώση, αύριο το μεσημέρι θα είμαι στην πρωτεύουσα των σουλτάνων, όπου ποτέ συγγενής των συγγενών σου δεν έχει πατήσει το πόδι του. Ύστερα, ο Πειραιάς του πατέρα μου, η Σμύρνη και τέλος, σε μια βδομάδα από τώρα, η Αίγυπτος των ονείρων μου!
Θα ζήσω ένα παραμύθι ονειρικό, εγώ, ο πένης, που με γέννησε μια πλύστρα, που δεν έχω καν διαβατήριο, ούτε και με τί να πληρώσω οκτώ ημέρες ελευθερίας. Η ψυχή μου θα δονείται από χίλιες δυο ευγενείς συγκινήσεις, που ποτέ δεν θα είχε γνωρίσει, μαραζώνοντας στη Μπραϊλα. Δεν είναι αυτή μια πρώτη μεγάλη κατάκτηση του πνεύματός μου, που διψά για το άγνωστο;
Είναι αδύνατον να σταθεί κανείς εκεί έξω. Τεράστιες ποσότητες νερού λούζουν το κατάστρωμα. Το κρύο σου τρυπά το κόκκαλο. Ύστερα, παρά την έξαψη που με κατέχει, πρέπει να κοιτάξω να κοιμηθώ και λιγάκι, ώστε να μην είμαι κατάκοπος αύριο το πρωί, όταν θα μπαίνουμε στο Βόσπορο.
Κάποιοι φίλοι ναύτες προθυμοποιήθηκαν να μου παραχωρήσουν το κρεβάτι τους για να ξαπλώσω, όσο εκείνοι θα έχουν βάρδια, μια που η τρίτη θέση είναι σε άθλια κατάσταση, καθώς οι άνθρωποι έχουν αρχίσει ήδη να ξερνοβολούν. Πήρα μαζί μου και τον καημένο γέρο πατέρα, τον οποίον μόλις γνώρισα και τον αγαπώ, για το κουράγιο του μες στην κακοτυχία.
Είναι ένας Εβραίος γύρω στα εξήντα, βαφέας κτιρίων, όπως κι εγώ. Λέγεται Μορίτζ, αλλά θέλει να τον φωνάζωΜουσσά, παρατσούκλι που του έβγαλαν οι Άραβες, όταν ήταν παιδί και ακολουθούσε τον πατέρα του, πλανόδιο ωρολογοποιό, στα χωριά της Μικράς Ασίας, απ’όπου κρατά μια τρυφερή ανάμνηση.
Καημένε Μουσσά! Ξαπλωμένοι στα κρεβάτια μας που ήταν το ένα επάνω απ’ τ’ άλλο, ανάμεσα σε ναύτες που ροχαλίζουν, συνεχίζει να μου εξηγεί τους λόγους αυτού του ταξιδιού στην Αίγυπτο, που μόνο χαρά δεν είναι για κείνον. Πηγαίνει με την ελπίδα να μεταπείσει και να επα­ναφέρει στο ποίμνιο τη μία από τις κόρες του, οδηγημένη στην ακολασία από έναν προστάτη κι εγκατεστημένη στην Αλεξάνδρεια επιδώκοντας να κάνει περιουσία.
Ο Μουσσά αφηγείται κι ανακατεύει αστεϊσμούς και δάκρυα. Λέει ότι η Σάρα είναι το ωραιότερο παιδί του · αλλά τόσο ξεροκέφαλη, που εκεί­νος δεν έχει καμία ψευδαίσθηση σχετικά με τα επακόλουθα της επιχείρησής της:
                     Ποιός ξέρει; κραυγάζει. Θέλω να την ξεμπλέξω απ’ αυτόν τον τύπο, αλλά εκείνη είναι ικανή να αντιστρέψει τους ρόλους, και να με κάνει εμένα τον ίδιο πατέρα-προαγωγό! Τί λες καλέ μου Αντριάν; Θα 'θελες να με βοηθήσεις, στην περίπτωση αυτή; Είσαι νέος και ανδρείος. Της αρέσει αυτό. Κάνε ό,τι μπορείς για να τσιμπηθεί μαζί σου. (Να ορίστε, κάνω κιόλας τον προξενητή!) Σου τη δίνω γυναίκα σου. Κι άν σε τρώνε οι σκέψεις για τις αιγυπτιακές περιπέτειές της, σαν γυρίσουμε πίσω, την αφήνεις και διαλέγεις κάποια άλλη από τις κόρες μου. Ολόκληρο χαρέμι έχω στο σπίτι!
Τέσσερις έχει. Και τρεις γιούς, οι μόνοι που φέρνουνε ψωμί στο σπίτι. Και ο ίδιος του δουλεύει, αλλά εννέα στόματα είναι αυτά! Για να καλύψει τα έξοδα ετούτου του ταξειδιού, χρειάστηκε να αποτανθεί στη θεία πρόνοια της Ισραηλίτικης Κοινότητας, η οποία του πρόσφερε κάτι ίσα ίσα για να πληρώσει το πηγαινέλα, μαζί με τη διατροφή του. Αλλά τίποτα για το ενδεχόμενο ταξίδι της κόρης του. Βέβαια, εκείνη ισχυρίζεται πως έχει στην ιδιοκτησία της ένα “ωραίο μπαρ” στην Αλεξάνδρεια, όπου συχνάζουνε πολλοί αξιωματικοί του ναυτικού.
                     Θα το πουλήσουμε το μπαρ! αποφασίζει ο Μουσσά με πατρική πυγμή και θα πάμε όλοι μαζί, εσύ, εκείνη κι εγώ, στο Κάϊρο, όπου έχω έναν φίλο μου παλιό, που θα 'θελα να ξαναδώ κι έπειτα θα επιστρέψουμε στη Ρουμανία. Θέλεις Αντριάν;
Είμαι αναγκασμένος να του απαντήσω καταφατικά, για να μην τον δυσαρεστήσω. Όμως, ακόμη κι αν το σχέδιό του πραγματοποιηθεί έτσι όπως το θέλει, δεν έχω καμία όρεξη να ξαναδώ μέσα σ’ ένα μήνα το σιβηρικό Βουκουρέστι που κλόνησε την υγεία μου · πόσο μάλλον να παντρευτώ μιάν ανυπόληπτη γυναίκα. Όχι. Θέλω να περάσω όλο το χειμώνα στην Αίγυπτο.
Γ ια τα υπόλοιπα αποφασίζει ο Μιχαήλ, όχι εγώ. Στο εξής, θα του είμαι υπάκουος σαν αρνί. Εκείνος έχει μια καλή θέση στο ξενοδοχείο Roy- alduCaire και θα μπορέσει να με βάλει κι εμένα εκεί με τη σειρά μου. Και τέρμα οι παράτολμες ενέργειες. Δεν μου έχουν βγει σε καλό. Πάντα εκείνος είχε δίκιο. Αυτή τη φορά, δεν θέλω να τον αποχωριστώ. Θα ζήσουμε μαζί μια ωραία μεσογειακή ζωή! Τον άτιμο... Με τιμώρησε σκληρά, φεύγοντας μόνος του για την Αίγυπτο, αλλά, την άξιζα την τιμωρία αυτή. Έπρεπε να το έχω καταλάβει μια και καλή, ότι ο σπουδαίος αυτός φίλος είναι καλύτερος οδηγός και να του αφήσω το πηδάλιο. Στη Ρουμανία, θα τραβούσε το πράγμα. Είχα τη μάνα μου που με γλίτωνε από τα ζόρια. Στο εξωτερικό, τέλος! Κάθε απειθαρχία μπορούσε να μου κοστίσει φρικτή απομόνωση, την απόλυτη δυστυχία. Με τα ρουμάνικα και τα ελληνικά μου, δεν θα μπορούσα να κάνω και πολλά, ενώ ο Μιχαήλ, που κατέχει πολλές σπουδαίες γλώσσες, πάντα θα τα καταφέρνει. Τί χαρά, όταν με δει σε λίγο να εμφανίζομαι ξαφνικά μπροστά του από το πουθενά! Καλέ μου Μιχαήλ. Αδελφέ μου.
Φτάσαμε στην Κωνσταντινούπολη με δύο ώρες μοναχά καθυστέρηση. Κι η όψη του κόσμου μοιάζει εντελώς αλλιώτικη, είναι να μην το πιστεύει κανείς! Μέσα σε δώδεκα ώρες διαδρομής με το βαπόρι, περνάς από το φρικτό χειμώνα, στη γλυκύτερη άνοιξη. Εδώ είναι μήνας Μάϊος! Χλο­εροί λόφοι που καθρεφτίζονται μες στη θάλασσα του Βοσπόρου, μεγαλοπρεπή λίμνη που τη διασχίζουν προς κάθε κατεύθυνση ολόκληρη στρατιά από μηχανοκίνητα επιβατηγά πλοία, καϊκια, λέμβους και βάρκες. Όλη η ζωή απλώνεται μες στο δρόμο, εκεί δουλεύουν, εκεί τρώνε, εκεί κοιμούνται, εκεί διασκεδάζουν, μερικές φορές πλάϊ στη βρώμα των σκύλων. Τα καφενεία έξω σφύζουν από Τούρκους που παίζουν γκιουλμπαχάρ, καπνίζουν ναργιλέ, ονειροπολούν. Η δυστυχία είναι μεγάλη, στην πρωτεύουσα του Αμπντούλ-Χαμίντ. Δέκα βαρκάρηδες ή αχθοφόροι κονταροχτυπιούνται για τον ίδιο ταξιδιώτη. Είναι ρακένδυτοι, τρέφονται με τον αέρα.
Αλλά εκείνο που μ’ έκανε να αναλογισθώ τη Σταμπούλ των σουλτάνων, που θανάτωσαν τόσους από τους βογιάρους μας, είναι τα χιλιάδες κατακόκκινα φέσια και τα πολυάριθμα τζαμιά με τους υπεροπτικούς μιναρέδες. Πριν από εκατό χρόνια, ο θρόνος της χώρας μου νοικιαζόταν ακόμη με πλειστηριασμό, σ’ αυτήν εδώ την πόλη που, στο άκουσμά της και μόνο, έτρεμαν οι υποτελείς της και όπου σήμερα μπορώ να κάνω περίπατο χωρίς κανένα φόβο. Πάει, τέλειωσε ο τρόμος που προκαλούσε η εμφάνιση έστω και λίγων φεσιών μες στα χωριά μας!
Πώς μπόρεσαν αυτοί οι άνθρωποι κι έκαναν τόσες ωμότητες; Μου φαίνονται τόσο μειλίχιοι, τόσο καρτερικοί. Βλέποντάς τους έτσι απαθείς, θα έλεγε κανείς πως είναι ανίκανοι να σηκώσουν εκείνα τα βαριά γιαταγάνια, που σκόρπισαν τον τρόμο μέχρι τις πόρτες της Βιέννης. Ο Μουσσά κουβεντιάζει μαζί τους με οικειότητα, καθώς η τουρκική είναι η τρίτη μητρική του γλώσσα, μετά τη ρουμανική και τη γίντις.
Ε λοιπόν, μου αρέσουν αυτοί οι άνθρωποι! Δεν ξέρω αν υπήρξαν μόνο βάναυσοι, κατά την περίοδο της πολεμικής τους δόξας, αλλά η “παρούσα φιλοσοφία” τους, όπως λέει και ο Μουσσά, μου αρέσει. Δεν δίνουν καμιά σημασία στον αγώνα του βιοπορισμού και δεν σκοτώνονται για τις υλικές ανέσεις. Η ξεγνοιασιά τους είναι πολύ πιο πολύτιμη και το αισθάνομαι. Είναι ικανοί να κάθονται με τις ώρες στον ήλιο, να θαυμάζουν τις φυσικές καλλονές και να κάνουν μπουρμπουλήθρες μ’ένα μισοσβησμένο τσιμπούκι. Δεν τους βλέπω να ζηλεύουν την τύχη που έχουν στα μοντέρνα εργοστάσια, τα κοπάδια εργατών, σύμφωνα με τη λογική των οποίων, προφανώς, ο ήλιος δημιουργήθηκε για να ζεσταίνει τις γάτες. Όχι! Πρώτα ο ήλιος και για τους ανθρώπους και ύστερα ο άρτος ο επιούσιος και τα κολάρα.
Γ ια να μπορέσω να βγω από το πλοίο και να πάω να δω τη Σταμπούλ, ελλείψει διαβατηρίου, ένα κασκέτο ναυτικό μου έλυσε το πρόβλημα αμέ­σως. Ο Τούρκος αστυνομικός, στον έλεγχο, το κατάλαβε, αλλά μου απάντησε με χαμόγελο. Ήξερε ότι δεν πήγαινα να κλέψω την Αγιά Σοφιά. Σουλατσάραμε σαν χαζοπούλια, κοροϊδεύοντας τους τουρίστες που έτρεχαν σαν παλαβοί, μην τυχόν και χάσουν τίποτα από ό,τι τους υπε- δείκνυε ο τουριστικός οδηγός Μπέντεκερ. Φάγαμε ένα ωραίο πιλάφ, ρύζι ανακατωμένο με κομμάτια αρνίσιου κρέατος, κεμπάπ, το ίδιο κρέας κι αυτό, αλλά στη σούβλα και ήπιαμε μερικά ποτηράκια ρακί.


Κάμποσα ποτηράκια θα ήταν σίγουρα, διότι μεθύσαμε. Κι αυτό μας γέννησε την επιθυμία ν’ αγοράσουμε φέσια. Έτσι ντυμένος παράταιρα, ο Μουσσά δεν ξεχώριζε πια από τους Τούρκους, με τη γαμψή του μύτη, με τα μαύρα του τα μάτια και τα φρύδια, με το κυρτό του πηγούνι. Τ ου έκανα παρέα σε όλα και θέλησα ανόητα να του κάνω τον μάγκα ακόμη και στον ναργιλέ, σε πείσμα όλων των προειδοποιήσεών του. Άνω κάτω έγινε το στομάχι μου. Τα έβγαλα όλα· και πιλάφ και κεμπάμπ και ρακί. Επιστρέψαμε με το δεύτερο σφύριγμα του πλοίου, για να πάμε να πλαγιάσουμε κατευθείαν.
Αν στην Κωνσταντινούπολη ήτανε άνοιξη, στον Πειραιά και στη Σμύρνη ήταν ένα ήπιο καλοκαίρι. Κάνει πολλή ζέστη, αλλά όχι αποπνικτική. Μακάριοι θνητοί, που δεν έχουν παρά μόνο την έγνοια της κοιλιάς τους (αλλά και πάλι), που δεν γνωρίζουν την ανάγκη να φοράει κανείς μπότες και γούνες και ν’ ανάβει θέρμανση μέρα και νύχτα, έξι μήνες από τους δώδεκα. Μακάριοι, πάνω απ’όλα, που δεν γνωρίζουν τί σημαίνει να γυρεύεις το ψωμί σου στους μείον είκοσι, όταν προτιμάς καλύτερα να μείνεις νηστικός ακόμη και τρεις ολόκληρες μέρες στη σειρά, παρά να πηγαινοέρχεσαι άσκοπα, με κατατρυπημένα παπούτσια και να επιστρέφεις το βράδυ, πεινασμένος και παγωμένος.
Ναι, δεν τρέφονται καλά, το γράφει στο πρόσωπό τους. Αυτό φαίνεται κι από τις άγριες μάχες στις οποίες ρίχνονται, με την άφιξη των κα­ραβιών, προκειμένου να βάλουν το χέρι τους πάνω σε κάποια βαλίτσα για να κερδίσουνε καμιά δεκάρα. Αυτός ο αγώνας όμως είναι παντού σχεδόν η μοίρα κάθε απόκληρου, την οποία αλλού την κάνει ακόμη πιο σκληρή το κρύο, αυτός ο τρομερός εχθρός του ανθρώπου, που φέρνει αρρώστιες, βάσανα, ανημπόριες, θανάτους και για το οποίο δεν έχουν ιδέα οι κάτοικοι αυτοί της Μεσογείου. Από τις δυο δαγκωματιές που δηλητηριάζουν την ανθρώπινη ζωή, αυτές της πείνας και του κρύου, ετούτοι γνωρίζουνε μόνο την πρώτη. Πολύ μεγάλο πράγμα είναι αυτό. Μεγάλη ευτυχία. Το εκτιμούμε, ο Μουσσά κι εγώ, με την καρδιά γεμάτη ευγνωμωσύνη. Πετάξαμε τις μάλλινες κάλτσες μας και τα μισά από τα ελεεινά μας παλιόρουχα. Μεταμορφωνόμαστε, με ξεκούμπωτο σακάκι, με καπέλο ως το αυτί, με τσιγάρο στην άκρη των χειλιών, με πνεύμα ράθυμο, ακολουθώντας το παράδειγμα όλων αυτών των Ελλήνων, των Τούρκων, των Εβραίων, των Αρμεναίων, που τραγανίζουν στραγάλια και λικνίζονται στον ήλιο. Τους θρέφει η θάλασσα. Τους ζεσταίνει ο γενναιόδωρος ουρανός. Μπορεί να μην είναι πάντα αυτό αρ­κετό, αλλά κι από τους ανθρώπους, δεν μπορεί να περιμένει κανείς περισσότερα. Ούτε κι από το Θεό τους.
Μου αρέσει ο Μουσσά κάθε μέρα και περισσότερο. Δεν είναι τυχαίος άνθρωπος. Βέβαια δεν έχει διαβάσει πολύ στη ζωή του, αλλά έχει πνεύμα ανοιχτό στα πάντα. Είναι λεπτός άνθρωπος, ευαίσθητος. Η κατανόησή του φτάνει σε λεπτές αποχρώσεις της σκέψης. Και τραγουδά με ωραία φωνή, ολόκληρα κομμάτια από όπερες και οπερέτες στα ιταλικά. Ο καπετάνιος του Δακία τον άκουσε κάποιο βράδυ και τον συνε- χάρη. Εκείνος τον ευχαρίστησε ευγενικά και σκέφτηκε αμέσως τα βάσανά του:
                     Καπετάνιε, άν τυχόν κάτσει η βάρκα μου στην Αλεξάνδρεια, θα είχατε την καλοσύνη να με ρυμουλκήσετε ως την Κωνστάντσα;
                     Ευχαρίστως, φίλε μου! Ελάτε μόνο να μου το πείτε!
Στον Πειραιά, ήμασταν φρόνιμοι. Ξοδευτήκαμε ίσα για μια γρήγορη βόλτα με τον ηλεκτρικό, ως την Αθήνα. Αλλά στη Σμύρνη, η ομορφιά στις αυλές, στις προβλήτες, στις προσόψεις, στα σπίτια κατά μήκος του υπέροχου κόλπου, μας πήρε το νου και ξοδέψαμε, οι δυο μας, γύρω στα δέκα φράγκα. Τα πάντα εδώ είναι από μάρμαρο. Και τί πολυτελείς ναργιλέδες, πραγματικοί μιναρέδες!
Μεθαύριο, έκτη ημέρα του ταξιδιού, θα είμαστε στην Αλεξάνδρεια. Τί θα κάνω άραγε εκεί κάτω; Θα βρω δουλειά; Διότι όλη κι όλη μου η πε­ριουσία είναι μια στερλίνα.
Η καρδιά μου σφίγγεται, σαν σκέφτομαι το βασανιστήριο της πείνας, την έλλειψη στέγης. Ενθαρρύνουμε ο ένας τον άλλον, ο Μουσσά κι εγώ, όταν το φάντασμα των μαύρων ημερών εμφανίζεται στη σκέψη μας. Δίνουμε αμοιβαία υπόσχεση, πως όποιος από τους δυο μας σταθεί πιο τυχερός, θα βοηθήσει τον άλλον. Και θα παρηγοριόμαστε πάντα, υπολογίζοντας στην επιείκεια τ’ουρανού. Ο Μουσσά προσθέτει:
                     Κι ύστερα, είναι και το μπαρ της Σάρας. Αν πηγαίνει καλά, θα της επιτρέψω να το δουλέψει κι αυτό το χειμώνα. Θα το στολίσουμε μάλιστα με μια τοιχογραφία, σε στυλ μπαρόκ και θα μας πληρώσει γι’αυτό με μια γερή αμοιβή. Το θέμα είναι να την τραβήξουμε την καημένη από τα χέρια αυτού του ξεδιάντροπου, που της παίρνει τα χρήματα και τα δίνει στο τζόγο.
Φαίνεται πως “αυτός ο ξεδιάντροπος” είναι ένας πολύ όμορφος νέος άνδρας κι ένας απαράμιλλος ζαχαροπλάστης. Όποτε θέλει, “κάνει μια βουτιά” για τρεις μέρες σ’ ένα “εργαστήριο” και “ξαναβγαίνει στην επιφάνεια”, με δέκα στερλίνες στην τσέπη. Έλα όμως που δεν το θέλει και πολύ συχνά. Τις απεχθάνεται τις “βουτιές” αυτές. Τον λένε Τιτέλ. Και στον Τιτέλ αρέσει περισσότερο να “βουτάει” το ταμείο του μπαρ, παρά (να βουτάει) μέσα στις ζύμες του ζαχαροπλαστείου.
Τώρα, αφήσαμε το Αρχιπέλαγος και τα αμέτρητα μοναχικά του νησιά, πλούσια σε ποίηση, χρώματα, ήλιο, όπου δεν θα μπορούσα όμως να ζήσω για πολύ. Τώρα πλέουμε στ’ ανοιχτά της Μεσογείου. Μόλις περάσαμε την Κρήτη.
Η θάλασσα είναι λάδι, σαν μια ήσυχη λίμνη. Κάτω από τις σόλες μας νιώθουμε και τις παραμικρές δονήσεις που μεταδίδουν οι μηχανές στο σώμα του καραβιού. Και μόλις σήμερα αντιλαμβάνομαι όλη την ομορφιά του Δακία. Δεν είναι ότι επιβάλλεται με το μέγεθος ή με την πολυ- τέλειά του, αλλά δίπλα στα άλλα τρία βαπόρια που κάνουν την ίδια διαδρομή, είναι σχεδόν μοναδικό στη Μεσόγειο για την ολόλευκη γραμμή του. Είναι ένας κύκνος. Ιδού το πλεονέκτημα της καύσης του μαζούτ σε σχέση με το κάρβουνο, διότι η ποσότητα αιθάλης που εκπέμπουν τα φουγάρα, καθιστά αδύνατη την εφαρμογή της λευκής μπογιάς σε ολόκληρο το πλοίο. Τα φουγάρα του Δακία όμωςείναι σαν να καπνίζουν πίπα. Και αν κατεβείτε στο λεβητοστάσιο, δεν θα δείτε τίποτα από τη σκληρή προσπάθεια μιας ντουζίνας μαύρων ανδρών, να κουβαλάνε τό­νους κάρβουνο στα στόμια της φωτιάς, όπου τα φτυάρια δεν σταματούν ούτε λεπτό να ταΐζουν τις εστίες. Τίποτα! Τ ρεις άνδρες πεντακάθαροι, μ’ ένα κομμάτι στουπί στο χέρι, περιφέρονται μπροστά στους λέβητες, παρατηρούν τα μανόμετρα και ρυθμίζουν τις στρόφιγγες που εκτο­ξεύουν το μαζούτ μ’ έναν θόρυβο εκκωφαντικό.
Αυτή η πρόοδος της τεχνικής καύσης στα καράβια, καθώς και ο ήλιος που σήμερα ακτινοβολεί, επιτρέπουν στις κυρίες της πρώτης θέσης να λευκοστολιστούν, από την κεφαλή ως τον αστράγαλο, χωρίς το φόβο μήπως λερωθούν. Παγκάκια και κιγλιδώματα είναι πεντακάθαρα όπως τα αντικείμενα ενός σαλονιού. Επίσης, το θέαμα που προσφέρει αυτή τη στιγμή το ψηλότερο κατάστρωμα είναι από τα πιο γοητευτικά. Και γεννάει στην ψυχή μου συναισθήματα αντιφατικά.
Βέβαια, όλοι αυτοί οι φρεσκοξυρισμένοι κύριοι, ντυμένοι με το ωραιότερο ταξιδιωτικό τους κοστούμι· όλες αυτές οι ωραίες γυναίκες, γοη­τευτικές μέσα στα φορέματά τους από πέπλα, όπου το λευκό κυριαρχεί, όπου ένα σπάνιο κόκκινο, ένα μπλε, ένα πράσινο, σου τρυπούν την καρδιά, με την ένταση του ζωηρού χρώματος κάτω από έναν εκθαμβωτικό ουρανό · ύστερα, το πανηγύρι που περιβάλλει το βαπόρι μας, το οποίο ακολουθείται από ένα σύννεφο γλάρων και χάνεται μέσα στη απεραντοσύνη της θάλασσας □ ναι, όλο αυτό το θέαμα με μαγεύει. Μου αρέσει το ωραίο, η γυναίκα, η έντονη ζωή. Δεν ζηλεύω τον κόσμο αυτόν και την ευτυχία του, αλλά δεν πιστεύω επίσης ότι κι ο δικός μου ο κόσμος, με την αθλιότητά του, πρέπει να είναι παράδειγμα ζωής. Εάν ήταν στο χέρι μου να διαλέξω, θα προτιμούσα την ευμάρεια παρά την φτώχεια μου.
Ωστόσο, δεν μπορώ να διανοηθώ την ευτυχία μιας πολυτελούς ζωής στη μέση μιας καθολικής σχεδόν φρικαλεότητας που βασιλεύει σήμερα στη γη και που είναι η απόλυτη συνθήκη για την ευτυχία μιας μειονότητας. Εάν αυτό ήταν το αντίτιμο για τη δική μου οικονομική άνεση, ε τότε θα προτιμούσα τη φτώχεια μου. Θα άφηνα συνειδητά να μου φύγει από τα χέρια ο χρυσός δίσκος πάνω στον οποίο θα μου πρόσφεραν την ευτυχία μου, δίπλα στη δυστυχία του άλλου. Να, έτσι ακριβώς τη βλέπω τη ζωή. Αν άλλαζα ποτέ γνώμη για το θέμα αυτό, τότε θα ήμουν ένα ελεεινό ανθρωπάκι. Να μ’ έλεγαν προδότη και να με κρεμούσαν!
Στην περίπτωσή μου λοιπόν, πρόκειται περισσότερο για μια μυστικιστική λατρεία της εντιμότητας, παρά για κοινωνική θεωρία. Αυτή επιτρέπει την προσωπική ευτυχία, μέσα στη γενική δυστυχία. Η άλλη όχι! Ποτέ! Αμαρτία ψυχής! Μόνο ένας τρόπος υπάρχει τελικά να είναι κανείς τίμιος, να έχει τη συνείδησή του απαλλαγμένη από κάθε υποκρισία, να μπορεί να κοιτάξει οποιονδήποτε ευθέως μες στα μάτια και να του πει: “Δεν σου χρωστάω τίποτα! Πήγαινε, εν λαώ αδελφέ μου! Κι αν μάλιστα επιθυμείς κι αυτό το μαύρο ψωμί που έχω στο τραπέζι μου επάνω, πάρτο! Μα την ψυχή μου μην την αγγίξεις!”
Τελευταία νύχτα του ταξιδιού. Και τί νύχτα! Σαν αυτές που τα καλοκαίρια τον Αύγουστο, στα χωριά μας, μαζευόμαστε στην αυλή γύρω από ένα μαγκάλι, για να ψήσουμε ρόκες χλωρού καλαμποκιού και ν’ακούσουμε τα τζιτζίκια.
Είμαι μαζί με τον Μουσσά, στην πρύμνη του καραβιού, όπου η προπέλα στροβιλίζει τα νερά με μιαν ευχάριστη ρυθμική κίνηση και δημιουργεί μια λωρίδα αφρού που απομακρύνεται γοργά, αναβράζουσα ξεμακραίνει και χάνεται στο άπειρο κάτω από το φεγγαρόφως.
Είναι αργά. Σχεδόν κανείς πια, στη γέφυρα του περιπάτου. Οι ναύτες φίλοι, μάς έφεραν εδώ αρκετά περισσεύματα από την κουζίνα, τα οποία καταβροχθίσαμε με μεγάλη όρεξη. Τί τύχη, για εμάς, να έχουμε αυτούς τους καλούς συντρόφους! Σε όλο το ταξίδι μας τάϊζαν έτσι, δωρεάν, ή σχεδόν δωρεάν. (Στις ενδιάμεσες στάσεις, τους κερνούσαμε κανένα ποτήρι, όλο κι όλο.) Δίχως αυτήν την απρόβλεπτη υποστήριξη κι ο Μουσσά και εγώ δεν θα 'χαμε τρύπια δεκάρα στην τσέπη μας, σαν φτάναμε στην Αλεξάνδρεια. Διότι είναι αδύνατον να περάσει κανείς από όλα αυτά τα ωραία λιμάνια και να μην κατέβει να τα επισκεφθεί, για να ξεμουδιάσει λιγάκι, ή ακόμη και να διασκεδάσει καμιά φορά, με κάθε κόστος, εκτός πια κι άν είναι υπερβολικά οικονόμος. Τώρα, θα ήθελα να μείνω σιωπηλός, ακίνητος. Δεν θα 'θελα καμία ομιλία να ταράξει την ησυχία των μοναδικών αυτών στιγμών στη ζωή μου. Είμαι γεμάτος καλοσύνη, ευγνωμοσύνη, ελπίδα και θα μου ήταν τόσο ευχάριστο να μείνω έτσι ξα­πλωμένος στη γέφυρα, μες στο σκοτάδι, χωρίς ν’αρθρώσω λέξη, ν’ατενίζω το φεγγάρι και ν’αφουγκράζομαι την αναταραχή της Μεσογείου. Αλλά νά: ο Μουσσά είναι απόψε πιο δυστυχισμένος από ποτέ. Αφηγείται με φωνή σβησμένη το οικογενειακό του δράμα, αιτία του οποίου είναι η Σάρα.
Δεν είναι ότι πρόκειται για άνθρωπο ευσεβή, με την έννοια του θρησκόληπτου, ή που δίνει μεγάλη σημασία στη γνώμη των άλλων. Αλλά η ζωή του έχει δηλητηριαστεί από την περιπέτεια της κόρης αυτής. Κανένα από τα παιδιά του δεν μπορεί να παντρευτεί. Η ντροπή της Σάρας τους έπληξε όλους. □ “Έχετε μια πόρνη στην οικογένεια”, τους φωνάζουν. Πόσο οδυνηρό πρέπει να είναι αυτό για έναν πατέρα! Να δουλεύει σαν σκλάβος για να μεγαλώσει οκτώ παιδιά και να καταλήξει εδώ.
Εκτός αυτού, ο Μουσσά κυριεύεται ξαφνικά από κακά προαισθήματα. Δεν ξέρει κατά πόσο να πιστέψει αυτή την ιστορία με το μπαρ:
□ Εάν έχει μπαρ, συλλογίζεται, γιατί εδώ και δυο χρόνια που είναι στην Αίγυπτο, δεν την είδαμε να στέλνει ποτέ ένα φράγκο στην οικογένειά της, ένα δώρο στις αδελφές της, που ξέρει ότι είναι φτωχές; Όχι. Ακόμη και πόρνη, μία Εβραία, η οποία κερδίζει χρήματα, η οποία ισχυρίζεται ότι φτιάχνει περιουσία, δεν μπορεί να μένει τόσο αδιάφορη στα βάσανα των δικών της. Θεέ μου! κι αν λέει ψέματα; Αν ζει στη δυστυχία; Τότε χάθηκα! Τότε η γυναίκα μου θα βγει αληθινή, που μου έλεγε ότι είμαι ένας τρελόγερος κι ότι θα μπλέξω από μόνος μου σ’αυτή τη χώρα συμ­φορών για τους Εβραίους. Αλλά τί να κάνω! Τη λατρεύω τη Σάρα! Είναι το πιο όμορφο και το πιο έξυπνο από τα παιδιά μου, η μεγαλύτερη καρ­διά. Αχ θα τον σκοτώσω αυτόν τον άτιμο, που ξελόγιασε και λέρωσε την ψυχή του σπιτιού μου!
Αχ καημένε, καημένε μου Μουσσά. Μουσσά. Δεν πρόκειται να τον εγκαταλείψω. Θα κάνω ό,τι περνάει από το χέρι μου. Αν χρειαστεί λοιπόν, ε, θα θυσιάσω για ένα διάστημα και τον Μιχαήλ.
Φτάνουμε. Η Αλεξάνδρεια διαγράφεται στον ορίζοντα, ολοκάθαρα. Ξεχωρίζουμε τους φοίνικες, τους μιναρέδες, τα σπίτια με τις ταράτσες. Στο καράβι, οι σνομπ, άνδρες και γυναίκες, έχουν κιόλας καλύψει το κεφάλι τους με τη λοφειοφόρο τους κάσκα, αυτή των περιηγητών στις θερμές χώρες. Τί ανοησία! Όλος ο κόσμος φοράει γυαλιά ενάντια στο τροπικό φως. Αλλά ενάντια και στην ασθένεια των οφθαλμών, απ’ό,τι φαίνεται.





"Ο Μουσσά" (1934) του ΠαναϊτΙστράτι (πρώτη μετάφραση © στα ελληνικά) στην εναρκτήρια εκδήλωση του κύκλου "Άγνωστος Ελληνισμός", στη Στέγη Γ ραμμάτων & Τεχνών - Αθήνα, 2010 εισήγηση για το συγγραφέα και μετάφραση: Μπουμπουλίνα Νικάκη*
* Η Μπουμπουλίνα Νικάκη είναι κριτικός θεάτρου, μεταφρά­στρια (βραβευμένη το 2008 για τη μετάφραση του “Το μακρύ ταξίδι της άμμου” του Πιερ Πάολο Παζολίνι, μέλος των Ελλη­νικών Επιτροπών του Διεθνούς Κέντρου Θεατρικής Μετά­φρασης και του MAison D’ Europe et d’ orient στο Παρίσι.





2016. Έτος Γιάννη Μόραλη





Πλοία
Πώς τα καράβια είναι σώματα δεν ήξερα
πώς το καράβι είναι μέλη.
Να ταξιδεύει το δεξ'ι να βρει τ' αριστερό του χέρι
I. Μόραλης
Οι μνήμες έχουν μαύρες σκεπασμένες κνήμες έκμαγεΐα στο ντουλάπι γύψινη άφή και πικραμένη κι όμως φως
πού τυραννάει τα δάχτυλα τις κόχες,
μια απουσία γρηγοροΰσα μια μορφή στα σπλάχνα.
Ποτέ μήν πεις «λιτάνευση έκμαγείων μια φορα το χρόνο».
Όσο τα κόκκαλα αντιστέκονται, να τούς κοιτάς εύλαβικά όσους αγάπησαν· γίνονται μάτια και θωροΰν, σαν απομένουν απ'τα πρόσωπα μόνο φωτογραφίες.
Τα ποιήματα ανήκουν στην ποιητική συλλογή Μαθητεία, εκδ. ΑΣΤΡΟΛΑΒΟΣ / ΕΥΘΥΝΗ, Αθήνα 2013


Δε δοκίμασε καν να τον λύσει
ούτε και πρόσεξε
το μειδίαμα στα χείλη των ντόπιων
όταν πήρε βαθιάν ανάσα και ύφος αγέρωχο
με το σπαθί του διαπέρασε το μύθο
χρειαζόταν υλικό για το δικό του
ανοίγοντας καινούργιους τρόπους
Μόνον οι ντόπιοι ήξεραν πως καιρό τώρα επινοούσαν χίλια δυό τεχνάσματα να συγκαλύπτουν τη φθορά του χρόνου πόλος έλξης και πηγή εσόδων ο γόρδιος δεσμός είχε σαπίσει ας τον έκοβε λοιπόν να ησυχάσουν πιο βολικός αυτός ο τρόπος
και ο μύθος. μύθος
Μετακινούσε διαρκώς τα όρια
των αντοχών του
και των άλλων
-για να λέμε την αλήθεια
Πότε κρυφά
στα όνειρά του
και πότε φανερά
-να τον ακούνε και να παίρνουν θάρρος οι φόβοι του και οι άλλοι
Μέχρι που τα ξεπέρασε -τα όριά του
Στην τελευταία απελπισία αρνήθηκε
να δώσει τόνομά του
-την είπε μοναξιά
απαρηγόρητη
Μοναξιά η εσχάτη
Και αποσύρθηκε
στα δώματα του επέκεινα
να ξαποστάσει
-στις δάφνες του είπαν
Εκείνος πήρε αγκαλιά τη μοναξιά του
-κι έγειρε
Πριν κάμποσα χρόνια, πριν την εισβολή της τεχνολογίας και του πλούτου, οι κοινωνίες ήταν συμπαγείς. Οι άνθρωποι είχαν την ανάγκη ο ένας τον άλλο. Υπήρχε αλληλεγγύη και συμμετοχή στα κοινά. Τα καφενεία γινόταν μικρές Βουλές, όπου συζητούσαν τα προβλήματα, αντάλλασαν απόψεις, μετέφεραν πληροφορίες, έπερναν αποφάσεις για το κοινό καλό. Η ει­σβολή της τεχνολογίας (τηλεόραση, αυτοκίνητο) και του πλούτου έσπα­σαν τη συμπαγή κοινωνία, οι άνθρωποι απομωνόνταν και ο καθ'ένας έπερνε την υπόθεση στα χέρια του, για το δικό του συμφέρον.
Σήμερα, στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, όλο και περισσότεροι άν­θρωποι αποστασιοποιούνται από τα Κοινά. Τούτο φαίνεται από τις εκλο­γικές αναμετρήσεις, που τα ποσοστά αποχής όλο και αυξάνουν. Η ολοένα αυξανόμενη αποχή και αδιαφορία των πολιτών με τα κοινά, φαίνεται να είναι σχεδιασμένη με απότερο σκοπό οι κυβερνήσεις να νέμονται την εξουσία μέσα σε μια παθογόνο κοινωνία.
Ευτυχώς μέσα από τις διασπασμένες κοινωνίες, υπάρχουν άνθρωποι που ενδιαφέρονται και αγωνίζονται να κρατήσουν τη συνοχή της κοινω­νίας μέσα από Πολιτιστικούς φορείς, Συλλόγους Ενεργών Πολιτών, Πολι­τών Παρέμβαση και άλλων μορφών. Η προσπάθειά τους είναι δύσκολη και επίμονη, γιατί συναντούν τον τοίχο της αδιαφορίας. Δεν πτοούνται και αντιπαλεύουν τα εμπόδια. Αυτοί οι άνθρωποι, αυτοί οι φορείς θέλουν να κρατήσουν την κοινωνία συμπαγή και να αποτελέσουν τον φάρο για το μέλλον των επόμενων γεννεών.
Απτό παράδειγμα της αδιαφορίας είναι το παρακάτω κείμενο:
Η αδιαφορία των πολιτών για τα κοινά είναι εχθρός της προόδου και του πολιτισμού. Στην αρχαία εποχή.οι αδιάφοροι πολίτες θεωρούνταν κατώ­τεροι άνθρωποι μέσα στην κοινωνία. Ήταν άγραφος νόμος που έγινε πίστη και απόκτησε διαχρονικό κύρος.
Ο Γ κράτσι είχε πει πως «28 αδιάφοροι και 3 κακοί κάνουν 31 κακούς».
Ο Γ ερνμανός κληρικός Μάρτιν Νιμέλ, κρατούμενος σε στρατόπεδο συγ­κέντρωσης την εποχή του Ναζισμού, αγανακτισμένος και μετανιωμένος για τη δική του αδιαφορία πάνω στα προβλήματα της εποχής του, διατύ­πωσε τις παρακάτω σκέψεις:
«Στην αρχή οι Ναζί ήλθαν και συλλάβανε τους κομμουνιστές. Δεν μίλησα, δεν ήμουν κομμουνιστής.
Έπειτα πιάσανε τους σοσιαλδημοκράτες. Δεν μίλησα, ούτε σοσιαλδημο­κράτης ήμουνα.
Μετά από λίγο ήλθε η σειρά των συνδικάτων. Δεν με αφορούσε. Δεν είχα εκλεγεί σε συνδικάτο.
Αργότερα πιάσανε τους Εβραίους. Σώπασα, ούτε Εβραίος ήμουνα.
Στο τέλος ήρθαν να πάρουν εμένα. Μα δεν υπήρχε κανείς να φωνάξει...»







Όπως χορεύει η Ήπειρος και σιγοπερπατάει Γ ιάννη μου, το μαντήλι σου σε μένα το πετάει. Και μια κοντούλα λεμονιά ζυγώνει στην αυλή μου μη με μαραίνει η ξενιτειά και παίρνει το φιλί μου.
Χάρης Σιάμπαλος


SL·



10 Συμβουλές

καλύτερη

ζωή

'· * ;
για μια

«■-% »













1.                   Τρώτε συνειδητά!! Και μόνο όταν είστε σίγουροι ότι πραγματικά πεινάτε.! Μην αφήνετε το άγχος ή την συνήθεια της καθημερινότητας να σας παρασύρει. Κλείστε την τηλεόραση ή τον υπολογιστή και απολαύστε το γεύμα σας.
2.                   Ξεκινήστε την ημέρα σας με ένα πρωινό, πλούσιο σε θρεπτικά συστατικά και φυσικά σάκ- χαρα, που θα σας δώσει ενέργεια και καλύτερη διάθεση για αρκετές ώρες.
3.                   Κάντε ένα διάλειμμα για κίνηση. Βγείτε μια βόλτα και απολαύστε 15-20 λεπτά περπάτημα ή βρείτε μια δραστηριότητα που σας ευχαριστεί και προσκαλέστε έναν φίλο!
4.                   Μειώστε τις μερίδες - Αυξήστε την συχνότητα των γευμάτων - Προσέξτε την σύσταση. Κατά μέσο όρο τα σημερινά σπιτικά φαγητά έχουν 63% περισσότερες θερμίδες απ’ ότι είχαν 10 χρόνια πριν.
5.                   Φροντίστε να ενυδατώνεται σωστά καθημερινά τον οργανισμό σας. Έχει ανάγκη από αρκετό νερό για να λειτουργεί κανονικά..
6.                   Προσοχή στο χρώμα..! Τρώτε πολλά λαχανικά και φρούτα έντονου χρώματος: κεράσια, μούρα, ρόδια, σταφύλια, καρότο, σπανάκι σαλάτα, ντομάτες, πιπεριές.; Όσο πιο βαθύ το χρώμα τους. τόσο μεγαλύτερη η ποσότητα αντιοξειδωτικών ουσιών που περιέχουν.
7.                   Αντί των λιπαρών άσπρων και κίτρινων τυριών που καταναλώνατε έως τώρα, προτιμήστε κάποια με χαμηλή περιεκτικότητα λίπους αλλά εξίσου γευστικά, π.χ. τυρί Cottage, κατίκι Δομοκού, άσπρο τυρί χαμηλών λιπαρών, ανθότυρο, μυζήθρα κλπ
8.                   Τα μυρωδικά στο φαγητό, όπως η δάφνη, το γαρίφαλο και η κανέλα, πέρα από τις γευστικές, έχουν και άλλες επιδράσεις. Τα αιθέρια έλαιά τους, που απελευθερώνονται κατά το μαγείρεμα, έχουν αντιοξειδωτικές και καταπραϋντικές ιδιότητες !!!
9.                   Ο ΕΠΑΡΚΗΣ ΥΠΝΟΣ είναι ζωτικής σημασίας για το ανοσοποιητικό μας σύστημα. Μερικοί διαβιβαστές υπεύθυνοι για τον ύπνο ασκούν μία διεγερτική δράση ακόμη και στους διαβιβαστές του ανοσοποιητικού!
10.                Γ ια όλους όσους ξεφύγατε από το πρόγραμμα σας τις προηγούμενες ημέρες. μην τιμωρείτε τον εαυτό σας φτάνοντας σε υπερβολές και εξαντλητικές δίαιτες. Απλά ακολουθήστε ένα ισορροπημένο διαιτολόγιο και καταναλώστε αρκετά υγρά.





Θεπαπεία από τη φύση; Η αλόη





Επουλώνει πληγές, τραύματα και εγκαύματα γρήγορα σε ανθρώπους και ζώα. Γι' αυτό το λόγο και χρησιμοποιείτε για την επούλωση ουλών μετά από εγχειρήσεις με επάλειψη gel αλόης αλλά και προληπτικά σε έγκυες για να μην αφήσουν σημάδια ραγάδες μετά την εγκυμοσύνη. Επίσης είναι ιδανική για την περιποίηση και την πρόληψη δημιουργίας ουλών στην ακμή. Η αλόη σταματάει την ουλί­τιδα μέσα σε 1 εβδομάδα, όταν χρησιμοποιείτε σε οδοντόκρεμα, διορθώνει προβλήματα στα ούλα και προλαμβάνει της ασθένεια πε­ριοδοντίτιδα ειδικά με οδοντόκρεμα που εκτός από αλόη περιέχει και πρόπολη.
Έχει αντιαλλεργιογόνο δράση βοηθώντας τον οργανισμό να απορροφά καλύτερα τις ουσίες που μας προκαλούν αλλεργίες. Επίσης η αλόη είναι υποαλλεργική για το 99,999% των ανθρώπων. Η αλόη βελτιώνει το άσθμα μετά από συνεχή λήψη 6 μηνών αν και τα απο­τελέσματα αρχίζουν να φαίνονται ακόμα και από τον πρώτο μήνα με αντίστοιχη μείωση των εισπνεόμενων φαρμάκων.
Έχει ευεργετική δράση στο έντερο. Θαυματουργή στην κολίτιδα και τη δυσκοιλιότητα, φουσκώματα και μυκητιάσεις. Για προχωρη­μένη δυσκοιλιότητα διαλύστε 300 ml χυμού αλόης σε περίπου ένα λίτρο νερό και πιείτε το ανά διαστήματα μέσα σε μια ημέρα και για 3 ημέρες τουλάχιστο.
Είναι η καλύτερη φίλη των φαρμάκων. Βοηθάει τα φάρμακα να λειτουργήσουν καλύτερα και δεν έχει καμία παρενέργεια ούτε αλλη­λεπιδράσεις με αυτά.
Μειώνει το ζάχαρο στους διαβητικούς. Ειδικά στον γεροντικό διαβήτη (τύπου ΙΙ) τα αποτελέσματα είναι θαυματουργά και φαίνονται σε 20 ημέρες εώς 2 μήνες. Σε αυτή την περίπτωση ξεκινάτε την αλόη μαζί με τα φάρμακα αλλά όσο το ζάχαρο κατεβαίνει
σε συνεννόηση με το γιατρό σας μειώνετε σταδιακά τα φάρμακα.
Μειώνει την χοληστερίνη και τα τριγλυκερίδια μέσα σε λίγες εβδομάδες χρήσης του χυμού. Επίσης μειώνει την πίεση σε περίπτωση υπέρτασης.
Σταματάει την τριχόπτωση που προέρχεται από άγχος με το σαμπουάν αλόης και το ειδικό σπρέι αλόης με βότανα σαν μάσκα που δεν ξεβγάζεται.
Θεραπεύει το έλκος στομάχου και τις γαστροπεπτικές διαταραχές ακόμα και χωρίς τη χρήση φαρμάκων. Προστατεύει το στομάχι από φάρμακα που το επιβαρύνουν και βοηθάει τη χώνεψη. Ηρεμεί ξινίλες, ρεψίματα και διάφορες διαταραχές. Επίσης σταματά την γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση.
Ο χυμός της Αλόης μπορεί να πίνεται καθημερινά και ισόβια σε μικρές ποσότητες 60- 100ml καθημερινά σε 2 ή 3 δόσεις. Στις μισές ποσότητες είναι ο ιδανικός χυμός για τα παιδιά. Μπορεί να διαλυθεί σε νερό ή χυμό ή χλιαρό τσάι.
Η αλόη σκοτώνει το μύκητα που δημιουργεί την κολπίτιδα στα γυναικεία γεννητικά όργανα. Επίσης είναι ευεργετική στιςουρολοιμώ- ξεις ακόμα και αν αυτές είναι χρόνιες.
Είναι ο απόλυτος σύμμαχος στην καθημερινή υγιεινή των ευαίσθητων περιοχών.
Ο χυμός της αλόης πρέπει να καταναλώνεται συστηματικά από τους καπνιστές. Είναι απαραίτητη η χρήσηAloeVeraLeaf της σε αυτή την περίπτωση. Βοηθάει τον οργανισμό μέσα από τα τριχοειδή να καθαρίσει τα εκατοντάδες δηλητήρια που κολλάνε στους πνεύμο­νες και πρέπει να απομακρυνθούν άμεσα από τον οργανισμό. Προλαμβάνει τις καρκινογενέσεις που δημιουργούνται στον οργανισμό από τις ουσίες του τσιγάρου όπως η φορμαλδεΰδη, το βενζόλιο και το μονοξείδιο του άνθρακα.
Ο χυμός της αλόης χρησιμοποιείται παραδοσιακά για τη θεραπεία των αιμορροΐδων και του πόνου ή του κνησμού που αυτές δημι­ουργούν. Με τη χρήση του χυμού, του σπρέι άμεσης δράσης και της κρέμας με πρόπολη θεραπεύονται διάφορες δερματοπάθειες όπως δερματίτιδα, έκζεμα ή ψωρίαση. Ειδικά για την ψωρίαση η Αλόη αποτελεί μία από τις πιο σίγουρες θεραπείες. Υποχωρεί μέχρι και 95% μέσα σε 2 -8 μήνες. Τα αποτελέσματα όμως φαίνονται από το πρώτο 20ήμερο.
Μέσα από αυτή τη δράση της η αλόη θεραπεύει όλα τα αυτοάνοσα νοσήματα. Είναι ασθένειες που τις δημιουργεί ο ίδιος ο οργανι­σμός λόγω δυσλειτουργίας του ανοσοποιητικού. Ο χυμός αλόης είναι άριστος σύμμαχος κατά τη διάρκεια μικρής ή μακράς δίαιτας, παρέχει πολύ σημαντικά ζωτικά συστατικά και βοηθάει τον μεταβολισμό.
Μελέτη του 1997 από το πανεπιστήμιο του Texas δείχνει ότι η αλόη μακραίνει τη ζωή και μικραίνει τη συχνότητα ασθενειών.Ο χυμός της αλόης πίνεται προληπτικά ακόμα και αν δεν υπάρχει κάποια ασθένεια. 2-3 φορές τη μέρα από 30 ml είναι αρκετά για να ζήσετε τις ιδιαίτερες ιδιότητες της.
Η αλόη είναι μια σημαντική ελπίδα για το μέλλον, σε εποχές που θα έρθουν και επιδημίες που θα λάβουν χώρα και τα κλασικά φάρ­μακα θα αποτύχουν.
Πηγή : Περιοδικό «Υγεία και ευεξία» του Αρτινού εκδότη Αλέξανδου Λαλάκου
Ζωές
Ζώων
Ζωές πλασμάτων, που δε ζουν σε ένα παράλληλο
c
^σύμπαν, αλλά συγχρόνως με εμάς. Ζωές ζωντα­νών οργανισμών, που χαίρονται, λυπούνται, αισθά­νονται, έχουν θέληση για τη ζωή, όπως ακριβώς εμείς, τα ανώτερα θηλαστικά, οι Άνθρωποι.
Εμείς οι άνθρωποι, που έχουμε ανώτερη νοημοσύνη μπορούμε να έχουμε τα ζώα είτε στην υπηρεσία μας, είτε στα σπίτια μας, είτε στα κτήματά μας. Οι άνθρω­ποι είμαστε εκείνοι που κινούμε τα νήματα, που φροντίζουμε για όλα τα υπόλοιπα ζώα.
Αυτή η γωνιά θα προσπαθήσει να σας ενημερώνει για όλα τα τεκταινόμενα σε επίπεδο του Δήμου μας. Να σας κρατάει σε επαφή με τα συμβάντα, που αφορούν τους φίλους μας τα Ζώα. Δεν έχουν φωνή να μιλήσουν. Δεν έχουν λόγο να εκφραστούν. Το «Φιλοζωικό Σωμα­τείο Άρτας» έχει ως στόχο τη συνεχή σας πληροφόρηση , σε ότι αφορά το κομμάτι , που πραγματεύεται.
Όσα γνωρίζουμε εμείς, επιθυμούμε να τα μεταφέρουμε και σε εσάς. Ότι σχετικό με τα φιλοζωικά υποπίπτει στην αντίληψη σας, θα σας παρακαλούσαμε να μας το μεταφέρετε.
«Ο πολιτισμός ενός λαού κρίνεται από τον τρόπο, που συμπεριφέρεται στα ζώα», είπε ο μεγάλος Mahatma Ghandi.
Εμείς λοιπόν θα αναφερόμαστε σε αυτές τις συμπεριφορές, είτε αυτές είναι για κάτι καλό, που συμβάλει στην ευζωία των ζώων, ή στην υιοθεσία τους , είτε αυτό είναι κάτι κακό, όπως η εγκατάλειψη, η κακοποίηση, ο βασανισμός.
Πάντοτε τεκμηριωμένα σωστά βάσει των νέων νόμων, που έχουν ψηφιστεί και σε συνεχή ενημέρωση και επικοινωνία με την αρμόδια Υπηρεσία του Δήμου Αρταίων για τα ζητήματα, που αναφύονται καθημερινά.
Καλή μας αρχή λοιπόν ! Φιλοζωικό Σωματείο Άρτας
Μια φορά και ένα κόσμημα χειροποίητα κοσμήματα





Μεταπτυχιακό ΛιηιΙαψα Δημοοίου Δικαίου Νομικι'κ Αθηνών
Κοσμά Αιιωλού 1 0, Αρτα, 471 00 Τηλέφωνο: 2681 306793, Κιν.: 6944761 809 e-mail: demikat29@botmail.com
Fb Page: Μια φορά και ένα κόσμημα

Η
 γυναίκα του Λωτ γύρισε και κοίταξε πίσω την ώρα της μεγάλης φυγής , πληρώνοντας την ανυπακοή της στο Θεό και στον Λωτ, ενώ το μόνο που θέλησε ήταν να κρατήσει κάτι από τη μνήμη της προγενέστερης ζωής της .Τιμωρήθηκε κι έγινε στήλη άλατος, για το ελάχιστο αυτό νεύμα,προς το παρελθόν της.
Η Βεροιώτισσα Σοφία Καλογερίδου στις ιστορίες της συλλογής της «Ο Τσονγκλασέ απ’ το πρωί ψάχνει μαλλιά», γεννάει μνήμες,μνήμες της προγενέστερης ζωής της,αυτοβιογραφικά της στοιχεία,ξεθυμασμένες αναμνήσεις ,προσωπικές εμπειρίες και ντο­κουμέντα , σιωπές και εξομολογήσεις , ιστορίες συγγενών της, λυ­τρωτικές ιστορίες απλών και καθημερινών ανθρώπων της γενέθλιας γη της, εσωτερικές διαδρομές,διάφορες οπτικές γωνίες, καταβύθιση στο χρόνο, μικρή και μεγάλη ιστορία, ιστορία και μυθοπλασία, μνήμη και λήθη, μια σειρά οπισθοδρομήσεις,ιστορίες παλιές και νέες , πραγματικές και φανταστικές, ιστορικά γεγονότα, μνήμεςτης Μακε­δονικής γης, της Βέροιας και του Μετόχι Προδρόμου της Ημαθίας . Μια καταβύθιση στις σκοτεινές και φωτεινές πλευρές της πόλης της του χωριού της και των ανθρώπων της . Προνομιακές οι θέσεις της οξυδερκούς συγγραφέως,Σοφίας Καλογερίδου, που στο μερικό βλέ­πει το σύνολο, στο κομμάτι το όλο. Επιχειρεί να παίξει με μνήμες επίμονες και λυτρωτικές ,είναι ένας νυγμός για το θλιβερό παρελ­θόν και το αγριεμένο σήμερα ,χωρίς να τιμωρηθεί και να γίνει στήλη άλατος, αλλά να επιβραβευτεί από τους απαιτητικούς αναγνώστες της καλής λογοτεχνίας, διότι «χύνει» στους κοχλίες των αυτιών των αναγνωστών, όχι μόνο την προσωπική και οικογενειακή της ιστο­ρία, αλλά και την ιστορία της Βέροιας. Αυτός είναι ο ιδανικός τρόπος για να μπορέσει κανείς να δώσει σάρκα και οστά σε μια πόλη , και αυτό το πετυχαίνει με τρόπο μνημειώδη η ίδια η συγγραφέας. Αυτό δίνει απάντηση σε όσους αναρωτιούνται αν μπορεί μια πόλη ή ένα χωριό να βιογραφηθεί , όπως μια προσωπικότητα. Μια βιογραφία πόλης και μια αυτοβιογραφία ,που αντί να αναμασήσει με γλυκερά αισθήματα το απώτατο παρελθόν, επιτρέποντας στη νοσταλγία να σαρώσει το πεδίο , προτιμά να ζωγραφίσει με λαμπερά χρώματα την ιστορική, κοινωνική και πολιτική σκευή του.Με λαμπερά χρώ­ματα , αλλά μακριά από εξιδανικεύσεις και αγιοποιήσεις.Γιατί κανένας συγγραφέας και πολύ περισσότερο η Σοφία Καλογερίδου, δεν είναι ούτε παραγωγός ανακουφιστικών μύθων, ούτε αγιογράφος..
Μια εξωτερική πρόκληση θα αφυπνίσει τις κοιμισμένες διαθέσεις και αναμνήσεις της , όπως συμβαίνει με τα ηφαίστεια.
Όμως η Σοφία Καλογερίδου θα βρεθεί μπροστά σε μικροϊστορίες και μεγαλοϊστορίες μεγάλης υπαρξιακής έντασης, σκηνές που απο­καλύπτουν σχεδόν ψιθυριστά , χωρίς τίποτα το μεγαλόφωνο, το βαθύ ανθρώπινο δράμα.
Τότε που ζούσαμε ... Σε χρόνια σέρτικα , θυμω­μένα.. Σαλοί,κεκέδες, οργανοπαίχτες, γκαϊτα- τζήδες, δεξιοτέχνες του κλαρίνου, Πόντιοι της Βέροιας, πνιγμένοι στον Αλιάκμονα, τα Πιέρια,το Βέρμιο ,βλαχογειτονιές της Βέροιας,ο Προμηθέας- η δυτική συνοικία της Βέροιας,
Λαδόμυλοι της Βέροιας,η καραβέροια, η Εληά, το σάλι του Αλιάκμονα,θεές των τάπερ,ταπερ- τζούδες, κουνελοπνίχτες, ο Τσονγκλασέ, δηλω- σίες της Μακρονήσου, ο Γ ράμμος και το Βίτσι,
Μάυδες, Παοτζήδες, Σουμπερίτες, Πουλικοί, η Μαρή και η Χαμαϊδή, απόμαχοι και μοναχικοί,τραύματα του εμφυλίου, εξιλεωτικές πρακτικές χωρίς λύτρωση και από τη βαρβαρό­τητα ως την τρέλα,γκαζοτενεκέδες με χρήματα στον απόπατο πάνω από το βόθρο, γούνες μινκ, γυναίκες που γαυγίζουν, γυναίκες που πε­ριμένουν τον άνδρα της ζωής τους δεκαοκτώ ολόκληρα χρόνια, το πρώτο φιλί που ήταν το .
νεκροφίλημα, ροδάκινα, κράνα, ρίγανη, τσίπουρο, ντουντουρμά- δες, ρεβανί, πεϊνερλί, μαρμελάδες κεράσι ,φράουλακαι ροδάκινο,τζιρνίκια, χαψίες (γάβροι), η Παναγία Εικοσιφοίνισσα και πολλά άλλα...
Το διαβατήριο της συγγραφέως για τη διάσχιση του χρόνου και την προσπάθειά της για την κατάκτηση της μνήμης ,είναι το κάθε της διήγημα της συλλογής όχι το θεήλατο αλλά το καμωμένο με γήινα υλικά, το χειροποίητο που σπείρεται, βλασταίνει και ανθίζει. Η Σοφία Καλογερίδου πρέπει όμως να γνωρίζει αυτό που λέει ο μεγάλος Νορβηγός συγγραφέας Καρλ ΟύβεΚνάουσγκορντ: «Η μνήμη δεν είναι αξιόπιστο μέγεθος μέσα στη ζωή. Και δεν είναι εξαι- τίας του απλού γεγονότος ότι δεν βάζει ποτέ ως προτεραιότητά της την αλήθεια .Δεν είναι ποτέ η αναζήτηση της αλήθειας που καθορίζει εάν η μνήμη θα επαναφέρει ένα γεγονός με ακρίβεια ή όχι.Η αιτία είναι το προσωπικό συμφέρον .Η μνήμη είναι ύπουλη και χρησιμο­ποιεί τεχνάσματα , αλλά όχι με τρόπο επιθετικό ή μοχθηρό.Το αντί­θετο: κάνει ότι μπορεί για να κρατάει τον κάτοχότης ικανοποιημένο.» Εικοσιεπτά διηγήματα μινιατούρες.
Εικοσιεπτά διηγήματα μπονσάι.
Εικοσιεπτά διηγήματα με συντομία, πυκνότητα , αμεσότητα και κοφτή σαφήνεια.
Δεν μιλάμε για μινιμαλισμό , αλλά για δωρικότητα.
Μικρή φόρμα. Από τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη μέχρι τον Γιώργο Ιωάννου, η μικρή φόρμα ανέδειξε μάστορες στη της γλώσσας και του ύφους , και χάρισε ανεπανάληπτες σελίδες στην ελληνική λο- γοτεχνία.Σε αυτή την γραμμή εντάσσεται και η συλλογή της Βεροι- ώτισσας ΣοφίαςΚαλογερίδου.
Γλώσσα ζωντανή ,δουλεμένη, λιτή , άμεση, τρυφερή , με λεπτές ποι­ητικές αποχρώσεις ,που εμπεριέχει ένα λεξιλογικό θησαυρό. Λέξεις απλές , επιδέξια πλεγμένες , αλλά και με ένα πνεύμα καθολικό,που παράγει έναν ύμνο στη ζωή.
Οι τόποι μνήμης παραμένουν τόποι περισυλλογής , υπόμνησης, ανάμνησης και μαθημάτων για το μέλλον. Το παρελθόν τόπων και ανθρώπων συνεχίζει να ζει στο παρόν , διαμορφώνοντας και επη­ρεάζοντας τις ζωές τωνσημερινών ανθρώπων.
Οι ιστορίες θέλουν απλώς να λέγονται. Οι ιστορίες θέλουν πάντα απλώς να ειπωθούν .Υπάρχει πάντα μια ιστορία που θέλει να ειπω­θεί .Το μόνο που μπορεί ένας συγγραφέας να εμπιστευθεί είναι αυτά τα κύματα της παλίρροιας που σκάνε μέσα του , την ιστορία δηλαδή, που θέλει να ειπωθεί. Εσύ Σοφία Καλογερίδου αυτό έκανες, εμπι­στεύτηκες την ίδια την πράξη της γραφής. Και δεν ξέρω πόσο σε αντάμειψε , αλλά τις ιστορίες σου τις είπες. Και αυτό που έχτισες είναι διαχρονικό. Εύχομαι με όλη μου την καρδιά όσοι χειριστούν από εδώ και πέρα την προώθηση της συλλογής των διη­γημάτων σου, να τους δώσουν την ευκαιρία να διαβαστούν, ώστε αυτό να επιβεβαιωθεί. Σπουδαίο βιβλίο.
Η Σοφία Καλογερίδου γεννήθηκε το 1969 στη Βέροια όπου ζει.Σπούδασε Ηλεκτρολόγος μη­χανικός στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης και τελείωσε το μεταπτυχιακό πρόγραμμα σπουδών «Δημιουργική Γραφή» στο Πανεπι­στήμιο Δυτικής Μακεδονίας. Είναι καθηγήτρια Πληροφορικής στη δευτεροβάθμια εκπαί- δευση.Έχει διακριθεί σε εφτά διαγωνισμούς , ενώ διηγήματά της περιέχονται σε τέσσερις συλλογικές εκδόσεις.Αυτό είναι το πρώτο της βι­βλίο.
Κώστας Τραχανάς


Από τις εκδόσεις Παράξενες μέρες 2016
Μ
’ αυτόν τον τίτλο, που προκαλεί ερωτηματικά, βάφτισε το πρώτο της βιβλίο, μετά από δια- I κρίσεις της σε λογοτεχνικούς διαγωνισμούς και συμμετοχές σε συλλογικές εκδόσεις, η 1 Βεροιώτισσα συγγραφέας Σοφία Καλογερίδου (φωτο).
£
Και επειδή ο τίτλος είναι συνήθως σημείο αναφοράς ενός βιβλίου, ο συγκεκριμένος τίτλος μπορεί να λειτουργήσει για άλλους ελκυστικά, με τη γοητεία που προκαλεί το παράξενο και για άλλους απωθητικά, με την υποψία του ακατανόητου.
Η Καλογερίδου διακινδύνευσε να συμβεί το δεύτερο, επιμένοντας στον τίτλο, έχοντας επίγνωση της αξίας του βιβλίου της, αλλά και γιατί είναι και η ίδια ίσως « ανυπότακτη», όπως ανυπότακτες ονομάζει τις ιστορίες του βιβλίου της και τους ήρωές του, που επίμονα ζητούσαν να παραβιάσουν την καταπακτή της μνήμης και να βγουν στο φως.zogia-vivlio-kafe-sofia-kalogeridou Είκοσι εφτά μικρά διηγήματα, εκδόσεις Παράξενες Μέρες, που ξεκινούν από το ελάχιστο της μισής σελίδας, για να απλωθούν σε περισσότερες, αλλά ποτέ πολλές σελίδες, προκαλούν την ίδια αίσθηση με τα έργα μικρής φόρμας στην Τέχνη. Η ουσία στο μικρό και λίγο.
Το βιβλίο της είναι ένα βιβλίο μνήμης. «Αφιερωμένο στη μάνα μου Μαρία και τη γιαγιά μου Σοφία, που εγκαταβιώνουν στη μνήμη μου» γράφει.
Όμως η μνήμη, όχημα που την οδηγεί στο χθες, λειτουργεί και αντίστροφα, φωτίζοντας συμπερι­φορές σημερινές, ζωγραφίζοντας έτσι την ανθρωπογεωγραφία των τελευταίων πενήντα χρόνων. Οι ήρωές της, που κινούνται στο χώρο της Μακεδονίας και συγκεκριμένα γύρω από τη Βέροια, στα χωριά του Αλιάκμονα - «Τα παι­δικά καλοκαίρια τα πέρασα στο μικροσκοπικό χωριό μου, το Μετόχι Ημαθίας, και αν και νιώθω πολίτης του κόσμου, τα χώματα του τόπου αυτού με συγκινούν ιδιαίτερα»- είναι απλοί καθημερινοί άνθρωποι, που περνούν από δίπλα μας χωρίς να τους προσέχουμε ή, το αντίθετο, τους προσέχουμε, γιατί είναι πολύ διαφορετικοί, καθώς ξεφεύγουν από το κοινωνικό status.
Συνήθως οι ήρωες των βιβλίων πλάθονται από τους συγγραφείς τους με έντονα χαρίσματα ή ελαττώματα, ώστε να είναι ελκυστικοί για τον αναγνώστη και να μπορεί να πλεχθεί γύρω τους ο μύθος.
Οι περισσότεροι ήρωες της Καλογερίδου, παρόλο που δεν διαθέτουν ούτε το χάρισμα ούτε το ελάττωμα σε μεγάλο βαθμό, υψώνουν το μπόι τους, με σημαία τη γνησιότητά τους, διεκδικώντας κι αυτοί τη θέση τους στη γραφή.
Πορτρέτα της καθημερινότητας, με γρήγορες και εύστοχες πινελιές, αποτυπώνουν εξωτερικά και κυρίως εσωτερικά χαρακτηρι­στικά, με μια δύναμη που ξαφνιάζει. Νέοι, γέροι, παιδιά, όλες οι ηλικίες έχουν τη θέση τους σ’ αυτό το βιβλίο.
Ο Τσονγκλασέ, που δίνει και το όνομά του στο βιβλίο, ήρωας μόνο μισής σελίδας, δεσπόζει ανάμεσα στα πορτρέτα με την τραγικό- τητά του, καθώς εμείς οι άλλοι δεν μπορούμε να μπούμε στο δικό του παράξενο κόσμο, τόσο διαφορετικό από το δικό μας τον εκλογικευμένο, χλευάζοντάς τον.
Η Βουλάρα η Τσαπατσουλιστάν, η τρελή που γάβγιζε, ο Σίμος ο κεκές, η «χήρα» ερωμένη, ο «δηλωσίας» θείος, ο άστεγος Νο 134, ο κ. Δημητράκης στο γηροκομείο, η μικρή τσιγγάνα στο ναζιστικό στρατόπεδο. Κι όλοι αυτοί και άλλοι να σχηματίζουν ένα πολύ­χρωμο ψηφιδωτό, με τη μοναξιά τους, τα χαμένα όνειρα και τους αγώνες τους, αλλά και με το πάθος τους για τη ζωή, το γέλιο και το κλάμα τους, τα σωστά και τα λάθη τους.
Όλοι όμως καθαγιάζονται μέσα από τις συνθήκες που τους οδήγησαν στις πράξεις τους, αφού η δημιουργός τους πάντα πίσω από το «έτσι» ψάχνει το «γιατί».
Οι ήρωές της είναι τόσο ζωντανοί, ώστε κάποιοι απ’ αυτούς θα άντεχαν και σε μια θεατρική ή σπονδυλωτή κινηματογραφική δια­σκευή, δημιουργώντας ένα παράλληλο σύμπαν.
Μια τοιχογραφία των απλών καθημερινών ανθρώπων, φτιαγμένη από τα χρώματα της αλήθειας και της έμπνευσης.
H αφήγηση της πολλές φορές χρησιμοποιεί το πρώτο πρόσωπο, προσδίδοντας μια ιδιαίτερη αμεσότητα, καθώς ο αφηγητής, ο ση­μερινός 'Ελληνας, βλέπει μέσα από το παράθυρο της μνήμης την ποντιακή του οικογένεια με τον αυθορμητισμό της, τη γενναιοδωρία, τα πείσματα και τις παραξενιές της, που έπλασε αυτόν, νοσταλγικό παρατηρητή του χθες αλλά δυστυχώς και άπραγο παρατηρητή του σήμερα.
Όταν η αφήγηση μετατρέπεται σε τριτοπρόσωπη, μπορεί να φαίνεται πως αντανακλά αφηγήσεις άλλων, περνά όμως από το ίδιο φίλτρο της ματιάς της πεζογράφου, που την αφομοιώνει με την πρωτοπρόσωπη έτσι, ώστε να μην ξεχωρίζεις πού ξεκινούν τα αυ- τοβιογραφικά στοιχεία και πού τελειώνουν.
Ο διάλογος, όπου χρησιμοποιείται, κερδίζει τον αναγνώστη , καθώς κυλά με φυσικότητα, χτίζοντας στέρεα τους χαρακτήρες.
Ο λόγος της πυκνός, δυνατός, με αυστηρή επιλογή εκείνων των λέξεων που έχουν τη μεγαλύτερη εμβέλεια και είναι πιο κοντά στα πρόσωπα, τον τόπο και την εποχή.
Το τραγικό προβάλλει ανάγλυφα, χωρίς τον παραμικρό μελοδραματισμό, αλλά και χωρίς η ατμόσφαιρα ποτέ να βαραίνει, αφού μια σπάνια αίσθηση χιούμορ διατρέχει όλο το βιβλίο.
Η ίδια γράφει στον πρόλογο του βιβλίου της: «Όταν έγραφα το βιβλίο, έκλαψα και γέλασα. Αν νιώσετε τον παλμό και την ανάσα του, θα ήθελα να αφεθείτε στο συναίσθημά του.»
Και έτσι πραγματικά συμβαίνει. Αφήνεσαι στο συναίσθημά του αλλά και διακρίνεις με καθαρή ματιά μια νέα ταλαντούχα συγγραφέα, με δικό της προσωπικό ύφος και με μια πρωτότυπη συναρπαστική γραφή.
Η Καλογερίδου, λοιπόν, μ’ αυτό το πρώτο της βιβλίο δεν απέδειξε μόνο πως ξέρει να αφηγείται, κερδίζοντας τον αναγνώστη. Απέ­δειξε πολύ περισσότερο πως αγαπάει τον άνθρωπο, πως τον ξέρει καλά και τον τιμά με τη γραφή της.





ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΑΡΑΞΕΝΕΣ ΜΕΡΕΣ
Ένα καινούργιο σπίτι για τα βιβλία
ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΠΑΡΑΞΕΝΕΣ ΜΕΡΕΣ
Κοινωνική Συνεταιριστική Επιχείρηση
Ένα καινούργιο σπίτι για τα βιβλία που ανοίγει σε μια παράξενη εποχή
Ένα καταφύγιο για τους νέους συγγραφείς που θέλουν να ανοίξουν ένα παράθυρο στον κόσμο
Ένα βλέμμα σ’ αυτό που γίνεται εκεί έξω, αυτό που συμβαίνει τώρα σε κάθε πόλη, σε όλη τη χώρα, σε όλο τον πλανήτη. Σ’ αυτό το σπίτι υπάρχει μια θέση για σημαντικά βιβλία που έλαμψαν στην εποχή τους και πρέπει να τα ξαναγνωρίσουμε Οι Παράξενες Μέρες είναι ένας ελληνικός εκδοτικός οίκος ανοιχτός στα μηνύματα που έρχονται από το εξωτερικό. Ελ­ληνικός επειδή ξεκινάμε από εδώ, και ψάχνουμε πρώτα το δικό μας παρελθόν, προσπαθούμε να διακρίνουμε το δικό μας μέλλον αλλά το βλέμμα μας αγκαλιάζει όλο τον κόσμο. Ακόμη περισσότερο αγαπάμε το διαφορετικό και πολεμάμε ο,τι- δήποτε σκοτεινιάζει ακόμη περισσότερο τις παράξενες μέρες μας.
Ένας εκδοτικός οίκος που ανα-ζητάει συγγραφείς που έχουν κάτι σημαντικό να αφηγηθούν. Θα διαβάσουμε με προσοχή κάθε κείμενο και θα αποφασίσουμε την έκδοσή του αν μας ενδιαφέρει ως αναγνώστες. Αυτό και τίποτε άλλο θα είναι το κριτήριό μας. Τα βιβλία μας θα έχουν προσιτή τιμή και θα τα διαδίδουμε με ένα απλό δελτίο τύπου χωρίς προκάτ κριτικές και ψεύτικα στολίδια. Το ζήτημα για μας είναι να εκφράσουμε το σήμερα. Αν το καταφέρουμε αυτό δεν έχουμε ανάγκη τα κόλπα του μάνατζμεντ. Εδώ μιλάμε για βιβλία. Μιλάμε γι’ αυτό που αγαπάμε. Μιλάμε για το σήμερα.
ΤΙ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΠΑΡΑΞΕΝΕΣ ΜΕΡΕΣ
Ένας εκδοτικός οίκος που εκμεταλλεύεται την αγωνία και τα όνειρα των νέων συγγραφέων.
Ένας εκδοτικός οίκος που «πουλάει» προκαταβολικά το βιβλίο στον ίδιο τον συγγραφέα.
Ένας εκδοτικός οίκος που διαπλέκεται με κυκλώματα προώθησης «δημιουργών» που ξεκινούν από την πιο απλή μορφή «του γνωστού μας παιδιού» και φτάνουν μέχρι τα εξειδικευμένα συστήματα προώθησης και καθιέρωσης συγγραφέων με τη μέθοδο του (διαφημιστικού) σωλήνα.
Ένας εκδοτικός οίκος που προτάσσει τις ανάγκες του management από την αγάπη για τη γραφή και τα βιβλία. Παράξενες μέρες για εκδόσεις;
Μπορεί να είναι παράξενες οι μέρες. Και πότε δεν ήταν; Αλλά και τώρα και πάντα έχουμε ανάγκη τα βιβλία.Για να αντέ- ξουμε αυτόν τον κόσμο.Για να ομορφύνουμε αυτόν τον κόσμο.Για να ονειρευτούμε έναν καλύτεροΜε ποιον τρόπο;Προ- σφέροντας αυτό που αξίζει να διαβάσετε.Είμαστε εδώ και σας περιμένουμε. Συγγραφείς με ταλέντο και εμμονές, (μπορεί και με το χάρισμα), παράξενοι γραφιάδες, μανιακοί αναγνώστες, και απλοί βιβλιοφάγοι.Είμαστε εδώ για να σας φέρουμε κοντά. Και να κάνουμε αυτό που αγαπάμε περισσότερο στη ζωή.Μπορεί να επιβιώσει κάποιος έτσι;Ποιος ξέρει; Αλλά αξίζει τον κόπο να δοκιμάσουμε.
Ο
 Πολιτιστικός Σύλλογος Παραδο­σιακών Χορών «Ο Μόλυβος» δρα­στηριοποιείται στο βόρειο τμήμα της Λέσβου και από το 2012 έχει επεκτείνει τις δραστηριότητές του και στην Αθήνα, ιδρύοντας το πρώτο του - αυ­τόνομο- παράρτημα στο Νέο Ηράκλειο Αττικής. Βασικός άξονας των δραστη­ριοτήτων του Παραρτήματος είναι η εκμάθηση παραδοσιακών χορών από όλη την Ελλάδα, ενώ ταυτόχρονα λει­τουργούν και τμήματα μοντέρνου χορού, γυμναστικής, εκμάθησης παρα­δοσιακών οργάνων και τραγουδιού καθώς και τμήμα θεάτρου. Υπεύθυνος των χορευτικών τμημάτων είναι ο Γ ρη- γόρης Γρηγορίου, με καταγωγή από τον Μόλυβο της Λέσβου. Με σύμβολό του το κάστρο της Μήθυμνας, ο «Μό- λυβος» έχει ως στόχο την προστασία και τη διάδοση της πλούσιας κληρονο­μιάς του τόπου μας. Η προσέγγιση της παράδοσης μέσα από το χορό, τη μου­σική, το τραγούδι και τα δρώμενα είναι για τα μέλη του ο ορίζοντας εκείνος μέσα από τον οποίο θεραπεύουν αρνητικές όψεις του σύγχρονου πολιτισμού δρώντας συλλογικά και με πνεύμα εθελοντισμού. Στις 10 Αυγούστου 2016 το Παράρτημα θα δώσει και φέτος το καθιερωμένο ραντεβού του και θα ανταμώσει τον μητρικό Σύλλογο στο Κάστρο του Μολύβου στη Λέσβο στο 16ο Φεστιβάλ Παραδοσιακών Χορών Μή­θυμνας, ενώ το φθινόπωρο στις 15 Σεπτεμβρίου στο Ν. Ηράκλειο Αττικής θα παρουσιάσει χορούς από όλη την Ελλάδα στα «Ηράκλεια 2016». Ας ανταμώνουμε πάντα με χορούς και τραγούδια!




Μας βάλαν σε μια βάρκα Μου δώσαν δυο κουπιά μας είπαν δρόμο τώρα Χτυπάτε για στεριά.
αδειάζαμε με βάρδιες με χίλιες προσευχές περνούσαν και οι ώρες Μα πουθενά ακτές.
Κλαίμε όλοι την Συρία και όλα τα μικρά παιδάκια κλαίμε μάνες, πατεράδες Και τα'αβάπτιστα μωράκια.
σαν ήρθε η άλλη μέρα έβλεπα μόνο ουρανό χαθήκαν οι συντρόφοι και κλάμα ως τον θεό.
με πήγαν στην Ελλάδα τα σύνορα κλειστά την νύχτα δεν κοιμάμαι Τι γίναν τα παιδιά.

Γ υρίζω από πλατεία σε πλατεία. Κάθομαι σε κάποιο παγκάκι για λίγο κι απέ σε κάποιο « καφέ ».Δεν υπάρχουν πια εκείνα τα παραδο­σιακά καφενεία με τα στρογγυλά τσίγκινα τραπεζάκια άλλα με το ξεβαμμένο πράσινο ή το μπλε. Μερικά τους σκουριασμένα ένα γύρω.
Κοιτάζω τις πόρτες μία - μία σα νάναι να θυ­μηθώ ένα άνοιγμα που πίσω του περίμενε η. να μου δώσει τάχα την άλγεβρα.
Στην έκτη σελίδα ψιθυρίζει.
Ναι εκεί υπάρχει με μολύβι: Σ' αγαπώ!
Στη στροφή της ανηφόρας για τα προσφυ- γικά σηκώνω μια πέτρα να βρω από κάτω αν κάποια από τις πατημασιές του χρόνου ξέ- φυγε από την ισοπεδωτική μανία της ασφάλ­του.
Άδικα ψάχνεις λέει. Καιρό που μετακόμισαν από τα μάτια -πλημμυρίζανε κάθε τόσο που φοβήθηκαν- στην καρδιά κι από κει -ούτε που τις χώραγε-κόνεψαν σε μια ξεχασμένη άκρια του νου κι έρχονται απρόσκλητες ,λευ- κοντυμένες οπτασίες στο φεγγαρόφωτο του Μάη.
Κάθομαι να πιω ένα ούζο. Γ ύρω -τριγύρω άγνωστα πρόσωπα. Νέοι οι περισσότεροι.
Με τα σκισμένα - ξεβαμμένα τζιν σακουλια- σμένα στα γόνατα και τα μπράτσα γεμάτα τατουάζ σαν κατάδικοι που δραπέτευσαν από κάποιο κάτεργο.
Γ υρίζω τρέχοντας πίσω να θυμηθώ. Αφηνιά­ζει ο νους. Στου Σκαντάλη- είχε πει. Περίμενέ με θα ρθώ με τη...τάχα να σου φέρω τη με­τάφραση του Λυσία. Να κοιτάξεις στο τέλος
-Είστε ξένος -με ρωτάει η ευγενική περιέρ­γεια του μοναχικού πελάτη, πρωινού όπως κι εγώ από το διπλανό τραπέζι.
Ναι λέω ξένος. Περαστικός για την Άρτα.
Με κοιτάζει περίεργα. Μα είστε στην Άρτα - λέει. Εδώ είναι η Άρτα.
-Α λέτε για την πλατεία. Τα κτήρια. Την οδό Σκουφά. Το ουζερί του Κακαβά, η πλατεία Κιλκίς. Αυτά ναι είναι εδώ. Όμως τα άλλα.
- Τα άλλα; Μήπως ψάχνετε για την Παναγία την Παρηγορίτισσα;
Καλέ μου Αρτινέ .Όχι δεν ψάχνω την Πανα­γία την Παρηγορίτισσα.
Αυτή ούτε που ξέρω ποια είναι. Ψάχνω για την Παριορίτσα, για το Μονοπλιό. Γ ια την Κασοπίτρα !
Δυο τραπεζάκια πιο κει ένας γεροπαλαιός μετράει χάντρες στο κεχριμπάρι του και νοι­ώθω πως έχει στήσει αφτί. Με κοχεύει κιόλας με μισόκλειστα μάτια.
-Αυτά δεν υπάρχουν πια-επεμβαίνει. Κερνάς ένα τσίπουρο να σου πω που θα τα βρεις.
Σηκώνεται κι έρχεται δίπλα μου. Ανασηκώ­νει το κασκέτο του και σκύβει δίπλα στ 'αφτί μου. Μέσα στη ψυχή σου-λέει.Μόνο εκεί.
5-6-16
Σταύρος Ιντζεγιάννης-συγγραφέας- ποιητής -δημοσιογράφος-ένας Αρτινός νέος ..87 ετών που ζει στην Πάτρα
Μια νύχτα μ'ένα κρύο Και δυνατή βροχή Με σύραν δουλεμπόροι Το Αιγαίο να διαβώ.
Το κύμα μεγαλώνει Και τρέμει το σκαρί Νερό στην βάρκα μπαίνει Γιατί είμαστε αρκετοί.
Κλαίμε όλοι την Συρία Και την κεντρική Ασία Κλαίμε τους αδικημένους Του Αιγαίου τους πνιγμένους.
Μια νύχτα μ'ένα κρύο Ένα κύμα σαν βουνό Μας έκοψε στην μέση Την βάρκα μας στα δυο,
Μας μάζεψαν οι ναύτες Σε πλοίο φορτηγό Τι απογίναν οι άλλοι Δεν ξέρω να σας πω.
Στέλιος Τσίκος , επιγραφές - ποιητής, στιχουργός
Ο δημόσιος έπαι­νος, η αναγνώ­ριση και η ανάδειξη ηθικών αξιών στις μέρες μας είναι το απαραίτητο ανά­χωμα πολιτισμού στην ανθρώπινη πο­ρεία μας.
Ακέραιοι άνθρωποι ανάμεσά μας, κόντρα στο κυνήγι του πλούτου, τη φρίκη της βίας και την αναλγησία της ατομικής επιβίωσης και υπεροχής, προτά- σουν το ανάστημά τους.
Αραιά μεν, αλλά η αρετή καταφέρνει να γλιστράει και στις μέρες μας με αληθι­νές λέξεις και μεγάλους συμβολισμούς, όταν στην πράξη ξεπερνά τα προ­φανή και απλώνει διακριτικά τις ανθρώπινες ευαισθησίες.
Δεν διδάσκεται και δεν κωδικοποιείται η ανθρωπιά και η αλληλεγγύη. Κουβα­λιέται μέσα μας και οριοθετεί τη ζωή μας. Δεν αντέχεται όλος αυτός ο πόνος που βιώνει σήμερα η γενιά μας χωρίς τους Σαμαρείτες μας.
Ένας σύγχρονος Σαμαρείτης ήταν και ο οδηγός του Υπεραστικού ΚΤΕΛ Άρτας με το λεωφορείο Νο 44. Υπέργηρος συνταξιούχος στις 30/05/2016 που έκανε τη διαδρομή για το χωριό του, λησμόνησε το τσαντάκι του κατεβαίνον­τας δίπλα στο κάθισμα με την μηνιάτικη σύνταξη μέσα, βιβλιάρια του και άλλα πολύτιμα προσωπικά είδη.
Ο τίμιος οδηγός, και αφού περιπλανήθηκε σε άλλα δρομολόγια το τσαντάκι, αναζήτησε τον επιβάτη για να παραδώσει αυτούσιο το περιεχόμενό του. Η πράξη της ανεύρεσης και της επιστροφής αποκτά ιδιαίτερη δυναμική και ηθικό έρεισμα και από το γεγονός ότι όχι μόνο δεν δέχθηκε ένα συμβολικό φι­λοδώρημα αλλά είπε ο εξαίρετος οδηγός, ότι ήταν ευτυχής στιγμή για τον ίδιο να μοιραστεί την χαρά με τον απαρηγόρητο-ευτυχώς για λίγο- συνταξιούχο.
Η ζωή του καθενός μας λοιπόν είναι ότι δίνουμε, και οι μικρές αυτές ιστορίες θέλουμε να επαναλαμβάνονται για να κρατά ο κόσμος και την ομορφιά του.
Ο έντιμος και ευγενικός πολίτης ξέρει να αφήνει καλό και μεγάλο ίχνος στην περπατησιά του γιατί ακούει δυνατά τη φωνή της συνείδησής του. Σε ευχαρι­στούμε θερμά οδηγέ Στέλιο και ο μπάρμπα Κώστας θα σε περιμένει στο μικρό καφενεδάκι του χωριού του για ένα καφέ βαρύ γλυκό και πολύ κουβέντα όπως παλιά.
Ο ανηψιός του ΤΑΚΗΣ ΝΤΑΛΑΣ


Μετά από μεγάλο αγώνα και προσπάθεια πολ­λών μηνών, βρισκόμαστε πλέον στην ευχάρι­στη θέση να σας ενημερώσουμε ότι ήρθε η στιγμή για νέα πορεία του Π/Σ Άρτας “ΑΡΤΙΝΗ ΕΓΓΥΗΣΗ”. Η συμφωνία συνεργασίας με τον ασφαλιστή Νίκο Δήμο, μας εξασφαλίζει ως ένα σημείο την αποπληρωμή παλαιών και νέων υποχρεώσεών μας.
Θεοδώρα Γ ιολδάση ,Σχεδιάστρια, ερασιτέχνης ζωγράφος
Αυτό είναι όμως αλ- ληλένδετο με το εν­διαφέρον που πρέπει να δείξουν όλα τα μέλη μας, ούτως ώστε να εν­δυναμώσουμε την θέση μας οικονο­μικά, και να μπο­ρούμε ξανά να δώσουμε κέρδη, και οικονομική στήριξη στα μέλη μας, όπως άλλωστε ήταν και η ιδρυτική φιλοσοφία του συν/σμού αυτού. Η οικονομική διευκόλυνση, και η αγορά μερισμάτων, έχουν πλέον χρονική διάρκεια.Η δε καταθέσεις χρη­μάτων, ξεκινούν από ένα έτος ,δύο έως και τρία έτη, φυσικά με τα ανάλογα επιτόκια. Έχουμε πολλά να σας πούμε, και αυτό θα γίνει σύντομα στην γενική μας συνέλευση. Με αυτό το έντυπο κάνουμε μια αρχή επικοινωνίας. Το ενδιαφέρον σας θα καθορίσει την τύχη του Π/Σ. Έχουμε επισημάνει σε γενικές συνελεύ­σεις, πως τα ευρήματα των ορκωτών λογι­στών, δεν μας άφησαν αδιάφορους.
1ον Έχουν ήδη κινηθεί οι νόμιμες διαδικα­σίες, και θα αποδοθούν ευθύνες σε όσους ζη­μίωσαν οικονομικά τον συν/σμό 2ον Γ ια την είσπραξη των οφειλών των μελών μας, που μέχρι σήμερα αδιαφορούν για την τακτοποίησή τους.
3ον Καθώς επίσης και για την είσπραξη της έκτακτης εισφοράς, η οποία επικυρώθηκε από τον ειρηνοδίκη.Παλέψαμε σαν Δ/Σ πέραν των δυνατοτήτων μας . Τώρα περιμένουμε και την δική σας συμμετοχή. Ελάτε να ενημερω­θείτε, και να μάθετε σε τι μπορείτε να βοηθή­σετε. Είμαστε εδώ σε καθημερινή βάση. Ελάτε στο γραφείο μας στην οδό Μαξίμου Γ ραικού
3.     Ελάτε με άλλη διάθεση. Ξεχάστε την παλιά εικόνα, και ελάτε να ενημερωθείτε αναλυτικά. Μην θεωρείτε τίποτα τυχαίο, όλα γίνονται με συμμετοχή, με προσπάθεια και καλή θέληση. Κανένας δεν πρόκειται να υπερασπιστεί τα δι- καιώματά σας καλύτερα, παρά μόνον εσείς.Ενημερωθείτε, ενδιαφερθείτε, και συμμε­τέχετε στις συνελεύσεις, καθώς και στις προ­σπάθειες που γίνονται από το Διοικητικό συμβούλιο.
ΣΑΣ ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΓΙΑ ΤΟ Δ/Σ Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΣΠΥΡΟΥ ΙΩΑΝΝΗΣ




Από την έκθεση του Παιδικού Τμήματος Ζωγραφικής της Δημοτικής Πινακοθήκης Άρτας "Γιάννης Μόρα- λης",που πραγματοποι­ήθηκε από 16 έως 23 Ιουνίου 2016 ! Επιμέ­λεια διδασκαλίας - έκθεσης : Βαγγέλης Μπόμπορης ,ζωγράφος, Απόφοιτος Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών Αθηνών




Η Μαγεία της Αγγλικής Λογοτεχνίας
Η κλασσική αγγλική λογοτεχνία αποτελεί αναπόδραστο κομμάτι της αναγνωστικής ύλης ακόμη και του πιο τεμπέλη και ευκαιριακού αναγνώστη ήδη από την παιδική και νεανική του ηλικία. Ποιος είναι αυτός που δεν έχει λυπηθεί τον Όλιβερ Τουίστ και τη μικρή Ντόριτ για τα δεινά της φτώχειας και της εξαθλίωσής τους, ποιος δεν έχει καταδυ- θεί στην Ωστενική κοινωνία της Περηφάνειας και Προκατάληψης, ποιος δεν έχει κοντανασάνει διαβάζοντας τα Ανεμοδαρμένα Ύψη. Το κοινό στοιχείο των κλασσικών λογοτεχνών της Αγγλίας του 19ου αιώνα είναι ότι εξακολουθούν να συγκινούν και να αγγίζουν ακόμη και σήμερα που η πρόσβαση στα βιβλία είναι πολύ πιο εύκολη και πιο οικονομική από αυτή που ήταν δύο αιώνες πριν, που η λογοτεχνία ήταν ανδροκρατού- μενη και προνόμιο μόνον των πλουσίων. Ας γνωρίσουμε κάποιους από τους πιο γνωστούς εκπροσώπους της κλασσικής αγγλικής λογοτεχνίας. Η πιο παρεξηγημένη συγγραφέας για μένα είναι η Τζέιν Ώστεν (1775- 1817). Τούτο γιατί ακόμη και σήμερα κατατάσσουν τα έργα της στη «γυναικεία» λογοτεχνία, υπονοώντας ότι τα βιβλία της είναι απλά ρομάντζα μιας άλλης εποχής, τέρψη καθαρά της γυναικείας ιδιο­συγκρασίας. Τα «βικτωριανά άρλεκιν» όπως έχουν χαρακτηρισθεί συνοδεύονται συνήθως από σχόλια σχετικά με την προσωπική ζωή της συγγραφέως, ή μάλλον με την έλλειψη αυτής. Η Ώστεν δεν παντρεύτηκε ποτέ, καθώς η οποιαδήποτε απασχόληση μιας γυναίκας την εποχή εκείνη την εκτόπιζε από τα καθώς πρέπει της καλής κοινωνίας, πολλώ δε μάλλον όταν επρόκειτο για εργασία πνευματική. Η ίδια η συγγραφέας παραδέχτηκε ότι στον επίλογο των έργων της έβρισκε τη γαλήνη που δεν έβρισκε ο μέσος άνθρωπος στην πραγ­ματική ζωή. Από τα πρώτα έργα της είναι η πασίγνωστη «Περηφάνεια και Προκατάληψη» και η «Λογική και Ευαισθησία». Όπως όλα της τα έργα έτσι και αυτά, είναι γραμμένα από τη σκοπιά των γυναικών της εκάστοτε πλοκής. Ακολούθησε η «Έμμα», το «Μάνσφιλντ Παρκ», «το Αββαείο του Νορθάνγκερ» και η «Πειθώ». Το επίκεντρο των βιβλίων της είναι πάντοτε πράγματι μια ερωτική ιστορία, ο λόγος που την χαρακτηρίζουν γυναικεία συγγραφέα απλών πλοκών. Η προσεκτικότερη ανάγνωση όμως προσφέρει πλήθος πληροφοριών για τη ζωή της αριστοκρατικής αγγλικής τάξης των αρχών του 19ου αιώνα, από τον τρόπο διασκέδασης έως το σύνολο των αυστηρών κανόνων που συνέθεταν το savoir vivre της καλής κοινωνίας. Ο σκοπός των ανδρών ήταν να έχουν ένα αξιοπρεπές και προσοδοφόρο επάγγελμα (κληρικός, κτηματίας, μέλος του Κοινοβουλίου) και των γυναικών να καλοπαντρευτούν, δηλαδή να έχουν καλύτερη άμαξα και πιο φανταχτερά ρούχα από τη γειτόνισσα, ακόμη και αν μετά βίας συγκατοικούσαν με το σύζυγό τους. Πέραν αυτών των πληροφο­ριών όμως, περισσότερο πολύτιμη για τον αναγνώστη είναι η λανθάνουσα, συχνά τσουχτερή ειρωνεία της Ώστεν απέναντι στην ποικιλία χαρακτήρων που παρελαύνουν στα έργα της. Τίποτα δεν ξεφεύγει από τη λεπτολόγο συγγραφέα, που καταφέρνει χωρίς προσβλητικά σχόλια να δίνει επακριβώς τον τόνο στον οποίο κινούνται οι αριστοτεχνικά φτιαγμένοι χαρακτήρες της. Το κουτσομπολιό, η εμπάθεια, οι ίντριγκες, η νεανική αθωότητα, η αγάπη, η απόγνωση για κοινωνική και οικονομική καταξίωση και κυρίως η ανθρώπινη ανοησία διατρέχουν το σύνολο των έργων της, τα οποία για αυτόν ακριβώς τον λόγο είναι πάντοτε επίκαιρα. Το ενδεχομένως μη ρεαλιστικό στοιχείο είναι ότι η καλοσύνη και η αγνότητα των ηρώων της επιβραβεύεται στο τέλος. Το ρεαλιστικό, ότι οι ανόητοι άνθρωποι, στην περιγραφή των οποίων η Ώστεν έχει αδυναμία, εξακολουθούν να είναι ανόητοι, όντας συχνά οι μόνοι που δεν έχουν καταλάβει τα ελάττωμά τους. Αυτό που θα σύστηνα είναι το κύκνειο άσμα της συγγραφέως, η «Πειθώ», που δημοσιεύτηκε μετά το θάνατό της. Είναι πιο ώριμο και πιο σκοτεινό από τα υπόλοιπα έργα της, καθώς καταπιάνεται με ένα θέμα ταμπού ακόμη και σήμερα, τη μοναξιά και την παραίτηση που αυτή συχνά επιφέρει. Επίσης, η κεντρική ηρωίδα είναι πιο μεγάλη σε ηλικία από τις άλλες ηρωίδες της Ώστεν και αυτό αυτόματα αλλάζει και το χρώμα της αφήγησης της συγγραφέως.
Μία ακόμη κυρία της βικτωριανής λογοτεχνίας είναι η Ελίζαμπεθ Γκάσκελ (1810-1865) ή εν συντομία «Κα Γκάσκελ» όπως υπέγραφε. Σε αντίθεση με την Ώστεν, η Γκάσκελ διήγαγε πιο εξωστρεφή βίο ταξιδεύοντας συχνά στην Ευρώπη με το σύζυγό της. Τη συνέδεε φιλία και αμοιβαία εκτίμηση με τον Τσαρλς Ντίκενς με τον οποίο αλληλογραφούσε και τον συμβουλευόταν για τις συγγραφικές της ανησυχίες. Τα έργα της αναφέρονται στη ζωή της μεσαίας ή κατώτερης τάξης ενώ υιοθετείται μια γυναικεία έως και φεμινιστική οπτική των πραγμάτων. Κορυφαία είναι η εξύμνηση της γυναικείας ανεξαρτησίας αλλά και καρτερικότητας στο «Cranford», νουβέλα η οποία εξεδίδετο σε τμήματα και η οποία αναφέρεται στην καθημερινή ζωή των γυναικών της μέσης - βικτωριανής εποχής. Περισσότερο πνευ­ματικό και θρησκόληπτο ίσως ίσως είναι το βιβλίο της με τίτλο «Ρουθ», το οποίο αφορά την πορεία μιας εκπεσούσης προς την εσωτερική κάθαρση και το οποίο στηρίζεται στην αληθινή ιστορία μιας φυλακισμένης γυναίκας. Το κορυφαίο έργο της όμως είναι οι «Βόρειοι και Νότιοι», το οποίο διαδραματίζεται σε μια μικρή βιομηχανική πόλη (στην πραγματικότητα το Μάντσεστερ) αποτελούμενη κυρίως από υφαντουργεία. Στο έργο αυτό, η φεμινιστική οπτική διαφαίνεται ακόμη καθαρότερα καθώς η γυναίκα έχει εξέχουσα θέση όχι μόνο στην οικογένεια αλλά και στη λήψη σοβαρών επαγγελματικών αποφάσεων και τη διαχείριση των οικονομικών. Μέσα από τα μάτια μιας δυναμικής γυναίκας, παρουσιάζεται η δύσκολη καθημερινότητα των εργατών- υφαντουργών, με τα ελάχιστα δικαιώματα, τα απάν­θρωπα ωράρια και τη φθίση που οφείλετο σε πνευμονικές παθήσεις λόγω της εργασίας.
Επηρεασμένη από την Ώστεν και υπό το ανδρικό ψευδώνυμο «Τζορτζ Έλλιοτ» για λόγους καλλιτεχνικής επιβίωσης ήταν η Μαίρη Αν Έβανς (1819- 1890), συγγραφέας του κλασσικού πια «Middlemarch». Η Έλλιοτ υπεισέρχεται στα ενδότερα προβλήματα του συζυγικού βίου τολμώντας να στηλιτεύσει τις παντός είδους αποτυχημένες συζυγικές ενώσεις. Τούτο απέρρεε από το χρόνιο δεσμό της με τον παν­τρεμένο George Henry Lewes, κάτι το οποίο της κόστισε ιδιαίτερα σε κοινωνικό επίπεδο, σε μια εποχή που ο σκοπός της γυναίκας ήταν αποκλειστικά ο γάμος χωρίς να ενδιαφέρει τι συνέβαινε πίσω από τις κλειστές πόρτες. Η συγγραφέας δεν κατακρίνει -τουλάχιστον όχι εμφανώς- τους ήρωές της, οι οποίοι ανεξαρτήτως οβολού και καταγωγής είναι επιρρεπείς στα ίδια ελαττώματα με τους άλλους αν­θρώπους. Τα ελαττώματα αυτά η Έλλιοτ αφήνει να οδηγήσουν τους ήρωές της φυσικά και ανεμπόδιστα σε ρεαλιστικούς και ελάχιστα πομπώδεις επιλόγους. Την πεμπτουσία του «καλού» αποδίδει η συγγραφέας στο επίλογο του Middlemarch αναφερόμενη στην κεντρική του ηρωίδα: «Η ζωή της αναλώθηκε σε πράξεις που δεν άφησαν μεγάλο όνομα στη γη. Η επίδραση στους γύρω της όμως υπήρξε ανε­κτίμητη. Το καλό χρωστά εν μέρει την επέκτασή του όχι σε ιστορικές πράξεις αλλά σε όλες εκείνες των ανθρώπων σαν εκείνη, που ζουν πιστά τις ζωές τους και αναπαύονται σε τάφους που δεν επισκέπτεται κανείς.»
Δήμητρα Κατσαρού-Δικηγόρος


Του
ΑΡΗ ΡΑΒΑΝΟΥ δημοσιογράφου της εφημερίδας «Το Βήμα»

Η πόλη και το δυναμικό της έχουν όλα τα φόντα να αλλάξουν, να βελτιωθούν και να επαναπροσδιορίσουν την καθημερινότητα, διανθίζοντάς τη με ποιοτικές εικαστικές, θεατρικές και μουσικές προτάσεις και παρεμβάσεις
Η Άρτα, στην εποχή της κρίσης, εκτός από την οικονομική αντοχή που επέδειξε σε ση­μαντικό βαθμό και παρά τα πολλά προβλή­ματα που αντιμετωπίζει, μπορεί να ζήσει μια πολιτιστική άνθιση. Αρκεί να είναι οι αρμόδιοι.ανοικτών οριζόντων.
Το κλειδί, πέρα από τους φίλους και τις φίλες της πόλης με πολιτιστικές ανησυ­χίες, είναι στο Δήμο και στους αρμόδιους φορείς που πρέπει φυσικά με τους ντόπιους δημιουργούς να αλλάξουν το πολιτιστικό τοπίο της περιοχής μας. Αρκεί να πασχίσουν καθημερινά για μία άλλη πόλη με καθαρή πολιτιστική ταυτότητα.
Είναι σημαντικό σε αυτά τα χρόνια της ύφεσης και της εθνικής κα­τάθλιψης λόγω της οικονομικής κρίσης, οι Αρτινοί δημιουργοί να πα­ραμείνουν στην πρώτη γραμμή και με προσωπικές προσπάθειες και όχι μόνο με δικά τους μέσα, αλλά και με την ενίσχυση από τους φο­ρείς να δώσουν μια διαφορετική νότα κόντρα στη στείρα εποχή. Από εδώ και πέρα, οι αρμόδιοι φορείς πρέπει να βάλουν πλώρη, όσο και εάν τους ξενίζει ενδεχομένως, για τη μεγάλη ανατροπή στον πο­λιτισμό. Απαραίτητη προϋπόθεση όμως είναι να κινητοποιηθούν και να ενεργοποιηθούν σχεδόν όλα τα πολιτιστικά κύτταρα της πόλης, να βγουν στους.δρόμους (με την καλή έννοια του όρου) τους δη­μιουργούς και να ανεβάσουν τον πολιτιστικό πήχη ψηλά. Με αυτό τον τρόποι μπορεί να μετατρέψουν την Άρτα, σε μια ευρωπαϊκή πο­λιτιστική πόλη.
Η Άρτα, αρκεί να το πιστέψουν όλοι, μπορεί να ζήσει τη δική της πο­λιτιστική αναγέννηση και μέσω αυτής να δοθεί άλλη πνοή και να κα­ταστεί πόλος έλξης για την ευρύτερη περιοχή. Εξάλλου, η ιστορία της, αποτελεί το διαβατήριο για την μεγάλη ανατροπή!
Η πόλη και το δυναμικό της, μέσα από επαγγελματικές αλλά και πολ­λές ερασιτεχνικές προσπάθειες, μπορεί να αποδείξει ότι μπορούν πολλά να αλλάξουν, να βελτιωθεί και να επαναπροσδιοριστεί η κα- θημερινότητά της, διανθίζοντάς τη με ποιοτικές εικαστικές, θεατρι­κές και μουσικές προτάσεις και παρεμβάσεις.
Ένα από τα ζητούμενα τα τελευταία χρόνια είναι το πλαίσιο «πολιτι­σμός - τουρισμός - ανάπτυξη» με έμφαση στην περιήγηση και στον αποκαλούμενο και περιπατητικό τουρισμό. Δυστυχώς οι δράσεις στην Ελλάδα είναι μεμονωμένες και εντοπίζονται κυρίως σε ιδιωτικές πρωτοβουλίες που κάποιες φορές χαίρουν της συνδρομής τοπικών συλλόγων και της αυτοδιοίκησης. Παρότι όμως η αγορά και η ζήτηση υπάρχει και αποτελεί μια δεξαμενή ποιοτικών επισκεπτών, πολλά μένει να γίνουν ώσπου να αναπτυχθεί ως οργανωμένο τουριστικό προϊόν.
Αυτό το πεδίο είναι ελεύθερο και στην περιοχή μας και άρα πρέπει και προς αυτή την κατεύθυνση να κοιτάξουν οι αρμόδιοι, πέρα από τα όσα αναφέρθηκαν προηγουμένως.
Ας ξεκινήσουμε και στην περιοχή μας διαδρομές για την πολιτιστική κληρονομιά της Άρτας, όπου θα συνδυάζεται περιβάλλον, ιστορία, γαστρονομία, θρησκευτικά στοιχεία και εναλλακτικές δραστηριότη­τες. Στόχος μας ας είναι η ανάδειξη της άλλης Άρτας, της πολιτιστι­κής κληρονομιάς της.
Το μικρό μου κειμενάκι -ελάχιστη συμβολή στο δημόσιο τοπικό διά­λογο- δεν ανακαλύπτει την.Αμερική, ούτε κομίζει κάτι καινούργιο. Απλά, έχοντας παρακολουθήσει δεκάδες δήμους, αντλώ ιδέες και δράσεις.
Δεν μπορεί π.χ. να μην ξέρουν οι τοπικοί μας φορείς -εάν δεν ξέ­ρουν να μάθουν και εάν είναι δυνατόν να αναζητήσουν πληροφορίες άμεσα- για τη δράση του υπουργείου Πολιτισμού με τίτλο «πολιτι­στικά μονοπάτια» για την οποία ασχολείται η Ελληνική Εταιρεία Πε­ριβάλλοντος και Πολιτισμού (ΕΛΛΕΤ).
Η προσπάθεια αυτή έχει ξεκινήσει χρόνια για να ενισχυθούν οι τοπι­κές κοινότητες σε περίοδο κρίσης με την αειφορική αξιοποίηση της πολύτιμης κληρονομιάς των μονοπατιών της χώρας για την προ­ώθηση του περιπατητικού/εναλλακτικού τουρισμού.
Η λογική τους είναι ότι μέσω των σωστά επιλεγμένων και σηματοδο- τημένων πλεγμάτων μονοπατιών αναδεικνύεται το φυσικό περιβάλ­λον, η ιστορική κληρονομιά και τα τοπικά προϊόντα, ενώ η συνεργασία της ΕΛΛΕΤ με τους τοπικούς δήμους, πολιτιστικούς φο­ρείς και τα σχολεία ευαισθητοποιεί όλους για την αξία και την ανάγκη προστασίας των τοπίων μας.
Το πρόγραμμα ξεκίνησε το 2010 και η Ελληνική Εταιρεία Περιβάλ­λοντος και Πολιτισμού συνεργάζεται με τη EuropeanRamblers’ As­sociation. Ήδη έχουν αναπτυχθεί εννέα δίκτυα μονοπατιών (στον Μαραθώνα, στην Ορεινή Κορινθία-Ψάρι, στην Πάτμο, στη Σίφνο και στη Σίκινο, Μικρές Κυκλάδες -Ηρακλειά, Δονούσα, Σχοινούσα και Κουφονήσια-, την Αρκαδία, τη Σαντορίνη, την Αίγινα και την Επί­δαυρο) και ακολούθησαν και άλλες περιοχές, όπως η Θράκη (πε­ριοχή Ξάνθης), η Καστοριά, η Αρχαία Ολυμπία, οι Δελφοί, η Λευκάδα, η Μεσσηνιακή Μάνη και η Κοζάνη.
Αντιγράφω από την ιστοσελίδα της ΕΛΛΕΤ: «Σε συνεργασία με τον Δήμο της κάθε περιοχής και με τη συμμετοχή των τοπικών σχολείων, τοπικών πολιτιστικών φορέων και πολιτών, η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ Περιβάλλοντος & Πολιτισμού υλοποιεί το πρόγραμμα «Μονοπάτια Πολιτισμού». Με την επιλογή μιας σειράς διαδρομών, τη μελετημένη σηματοδότηση και επικοινωνία τους, ξανακάνουμε τα μονοπάτια προσβάσιμα και ελκυστικά, τονώνοντας έτσι τις τοπικές οικονομίες με ένα σημαντικό παράγοντα αειφόρου ανάπτυξης - τον περιπατη­τικό τουρισμό - και προσφέροντας στον επισκέπτη την ευκαιρία να ανακαλύψει τα τοπικά προϊόντα και τις ομορφιές της χώρας με τρόπο υγιεινό και φιλικό προς το περιβάλλον». Άρα, είναι ευκαιρία στην πόλη να ξεκινήσει μια σοβαρή προσπάθεια που πρέπει αφενός να υποστηριχθεί από όλους μας και αφετέρου να συνεχιστεί για να επιτευχθούν οι στόχοι της.
Αυτό το στοίχημα πρέπει να κερδίσει η Άρτα μας.

















Εργάτες που πέθαναν πριν ακόμη γεννηθούν, με την πρόσοψη κυριλέ κι ένα κλεμμένο απ’ την Τ.ν. χαμόγελο, να γαντζώνουν τα νύχια τους στα άγουρα μάτια της αυγής και να βαδίζουν στο χαμό ευνουχισμένοι,νοικοκυρές με μαδημένα μυαλά να γλείφουν και να λιθοβολούν τα ερωτικά τους οράματα και τίποτε τίποτε άλλο,τσουβάλια από φουσκωμένα στομάχια, πνευμόνια, νεφρά, βυζιά κρεμασμένα και μισοχαλασμένες καρδιές για μια ξεφτιλισμένη Σταύρωση στη Λαική του Σαββάτου,σπορά σανατορίου, τρελοκο­μείου και εξορίας και φυλακής και θανάτου, θανάτου και πείνας, θανάτου και δίψας,φοιτητές με την κράση της βροχής και τις ευχές της Σελήνης, με αγέρωχο παράστημα πνεύματος να κολυμπάνε στην ανία ρίχνοντας που και που για δόλωμα μία θλιμμένη μπαλάντα στα σιδερένια δόντια του χρόνου,χιλιάδες Ζακχαίοι ανεβασμένοι στα δέντρα της ψευδαίσθησης που όλη τη νύχτα μά­ταια γύρευαν μια νέα Βηθλεέμ, να σχηματίσουν νεκρώσιμες πομπές την αυγή ατελείωτες ώσπου ξεκόλωσε τα μάτια του ο Ήλιος,καρδιές που στα προκοίλια του χρόνου με το αίμα τους έγραψαν ΕΝΘΑΔΕ ΚΕΙΤΑΙ Ο ΘΑΝΑΤΟΣ, κορμιά ανυπότακτα δί­δυμα με τη γνήσια πέτρα ή το άγριο νερό που ξερνάνε τις ζωές τους βλαστημώντας, Γήινη σάρκα που στραβώθηκε για να θαφτεί μεσ’ στο μπετόν της κρατικής ψυχής,Αχαιοί του τρίτου, Δωριείς του τετάρτου ορόφου, σκλάβοι του χρόνου, θηλαστικά μηχανά­κια, αυλοκόλακες των ρομποτοποιών, σπουδαία ευρήματα για τους αρχαιολόγους του 100.000 μ.Χρ.,γεμάτα θαύματα ανθρώπινα όντα, ανιόντα και κατιόντα, πληκτικοί κι εκπληκτικοί άνθρωποι,λευκά μάτια, γαλανά μαλλιά, χείλη κλεμμένα από αρχαία φωτιά που δε θέλησε μέχρι σήμερα να σβήσει, σώματα ντυμένα με αέρα και φώς, ψυχές που ζηλεύει ο Ήλιος,μωρά ουράνια που άρπαξαν το αιμόφυρτο φεγγάρι που ούρλιαζε κατρακυλώντας σε ένα παμπάλαιο μέλλον,κορμιά κατοικημένα από εκατομμύρια νεκρούς, βασίλεια του Στεντόν, ζούγκλα φαντασιώσεων, με τα εντόσθια της στιχουργικής να τσιρίζουν στα τηγάνια της έμπνευσης,άρχον- τες και βασιλείς του Αποστατούντος Λόγου που άναψαν τη φωνή τους και έκαναν σούζες στους δρόμους της κραυγής στο άσπρο σκοτάδι της μέρας,που έσπασαν τα μολύβια τους πανηγυρικά μπροστά σε ολόκληρους λαούς στουπί μεθυσμένους,που είχαν Μούσα μια οποιαδήποτε πόρνη του Μεταξουργείου μετά την ενδεκάτηννυκτερινήν, και μολύβια ειδικά να ρίχνουν τα βάρ­βαρα φύλλα της σιωπής στην έναστρη σκεπή της νύχτας για ν’ αποτυπώσουν κάθε άνθρωπο και μ’ ένα στίγμα του Αννάμ στα μπράτσα του χρόνου,που είδαν τις κεφαλές των στίχων να αναδύονται στους όρμους της έκστασης με ουράνιες ιαχές, ακρωτη­ριασμένα οράματα να σαπίζουν στους πυθμένες των πόλεων και ένα χάρτινο λουλούδι να ματώνει στις Λεωφόρους του Τέλους,που έριξαν το σπέρμα τους βαθιά στα ανθισμένα αιδοία, πνιγμένοι από πλημμύρες φωνηέντων, σεισμούς συμφώνων, ανα­τινάξεις λέξεων, στίχων σφαγές, ο Αρμαγεδών επί χάρτου καο βρυχηθμός του εγκληματία ποιητή οχιές χιλιάδες να χύνονται μεσ’ απ’ το στόμα του,που μιλούσαν με προφορά αστραπής πατώντας σε απόκρημνους φθόγγους για δηλητήρια γλώσσα, θηρία επιρ­ρήματα, μελλοθάνατες αντωνυμίες, φορώντας την ψυχή τους ανάποδα, κρυμμένοι μεσ’ στις σελίδες,που πιάστηκαν απ’ τους κορ­μούς των λέξεων για να διαπλεύσουν το τέλμα της καθημερινότητας και έφαγαν έτσι τη ζωή τους κρεμασμένοι,άρχοντες και βασιλείς του Αποστατούντος Λόγου, ναυαγοί στη θάλασσα, σ’ αυτή τη βρωμιάρα λουλουδού, στη θάλασσα που έχασε τις ακτές της,που απαιτούσαν μια αυγή χωρίς όρια, έναν Ήλιο με άποψη, αλλά είχε νυχτώσει στα νοήματα και ήταν αργά, πολύ αργά για κάθε μέλλον,που έψαχναν στα ερείπια μιας ξένης κραυγής να βρουν τα παιδικά τους σκουλαρίκια,που έδωσαν μια ανελέητη μάχη στο μητρικό κόλπο να σμίξουν το ωάριο, να πείσουν το ωάριο, να λάβουν υπόσταση, νικώντας χιλιάδες άλλους ίσως πιο τυχε- ρούς,που ψώνιζαν ανάταση σε πάγκους πλανόδιας θηλυκότητας πληρώνοντας τοις μετρητοίς με νομίσματα αιμοσφαίρια,που είδαν τη μάνα τους με βαμμένη τη μήτρα της σ ένα μπουρδέλο της Φαβιέρου να σπαρταράει από ηδονή στο κρεβάτι, κρατώντας μία πρόσφατη φωτογραφία τους ανάμεσα στα λεηλατημένα της στήθη,που ξενύχτησαν στο Πεδίο του Άρεως μπανίζοντας γυμνοί όλη νύχτα το φροϋδικό μάνα που έπεφτε αθρόα στις ιδρωμένες αλέες,που μπήκαν στην Εθνική Τράπεζα μ’ ένα ολόκληρο μπα- ζούκας ζητώντας από τον ταμία την αγάπη του και μόνο,που έστελναν ερωτικές επιστολές στον εαυτό τους κι όταν τις λάβαιναν τις διαβάζαν στους γνωστούς κατασυγκινημένοι,που θα θυμούνται για πάντα εκείνα τα χιλιόχρονα δευτερόλεπτα, τις μακραίωνες στιγμές, όταν κατάφεραν να ψιθυρίσουν τα πρώτα ερωτόλογα στον τοίχο και ο τοίχος ενέδωσε,που είδαν σε χακί σύννεφα, σε σα- κάτηδες ουρανούς, τη Μεγάλη Φυγή των Αγγέλων,που έμειναν άναυδοι μ’ ένα σβησμένο τσιγάρο ανάμεσα σε δύο αναμμένα δά­χτυλα, να κοιτούν μία γριά σημαία να ανεμίζει το κλεμμένο τους μέλλον,που ζωγράφισαν στα χείλη του Χριστού μαχαίρι δίκοπο γονατιστοί ζητιανεύοντας ένα τρελόχαρτο,
που μαστούρωναν στα τάγματα των ανεπιθυμήτων στους νεκροθαλάμους του χρέους, μωροζώντανοι ανάμεσα σε ολότελα νε­κρούς, ξερνώντας τα μυαλά τους στη σημαία,που διέσχισαν το άλλο σκοτάδι με διασκελισμούς φωτός, κάνοντας τα κορμιά τους θυσία στο Βάκχο, ζωσμένοι χιαστί με ιλίγγους, νοτίως του Χάους, ξυστά στο Χώρο, ξυστά στο Χρόνο, πιστά υπηρετώντας μια αυ- τόχειρα νόηση,που έβλεπαν τον κόσμο όπως το νηστικό τσακάλι κοιτάει την Πανσέληνο, έτοιμο να την κατασπαράξει,που σκότω­ναν τις ώρες τους στην ομίχλη της μακεδονικής αυγής μαζεύοντας φράουλες και τεράστια κομμάτια ιστορίας, για να ψηλαφίσουν στο βραδινό βόμβο, στους ασυνάρτητους καπνούς και στα ρυάκια του αίματος, άλλα χρόνια, άλλες εποχές, που ως και τα ποι­ήματα μπορούσαν να σκοτώσουν,που τέλειωσαν τα φανταστικά τους ταξίδια σαλπάροντας για το πουθενά καθώς ο πρωινός Ήλιος ούρλιαζε καρφωμένος στα ξερατά των μεθυσμένων της νύχτας,που τριγύριζαν χρόνια με έπαρση στις γειτονιές των δεινο­σαύρων, κάτ’ απ’ τη φούστα του φωτός κλωτσώντας πανάρχαιους ίσκιους, ώσπου κάποτε είδαν τη ζωή τους μια μασημένη τσίχλα κολλημένη σ’ ένα βρώμικο τζάμι,που προσπαθούσαν να μείνουν νηφάλιοι πάνω στα κατακρεουργημένα τους όνειρα, μα η ψυχή τους γυρνούσε συνεχώς σαν άστεγη σφήκα, σαν ταχυδρόμος που δεν ξέρει σε ποιόν να δώσει το γράμμα,που έκοψαν τις αρτη­ρίες τους έτσι για πλάκα για να δουν ψυχρά το αίμα τους να σχηματίζει ένα άγνωστο όνομα και να σμίγει με την καλοκαιρινή βροχή στο έλεος των αθηναϊκών υπονόμων,που επέζησαν κάνοντας τράκα ανάσες στα πατάρια της αιωνιότητας, Συνεργεία τρό­μου, Ναυπηγεία του Σκαραμαγκά, αμπάρια του WORLDHAPPINESS, δύο νεκροί, έξη τραυματίες, ούτε μια αναστημένη συνεί­δηση, που χάραξαν το οδικό δίκτυο για την Κόλαση ακριβώς στα ίχνη του βοώντος αίματος,που πήραν με χίλιες δυό στερήσεις μαθήματα σαβουάρβιβρ για να πεθάνουν με αξιοπρέπεια και πράγματι πέθαναν έτσι,που είδαν τα τραίνα της ιστορίας κατάφορτα να περνούν απ’ τις ράγες των χρόνων τους και να τους αποχαιρετούν σφυρίζοντας δαιμονισμένα, ένοιωσαν μια τιτάνια νύστα να κυριεύει και το τελευταίο καλώδιο της ψυχής, πριν οι ουρανοί ανοίξουν κλαίγοντας τα χέρια τους μία στιγμή,που εκφώνησαν εμ­πνευσμένους λόγους σε άδειες αίθουσες πανεπιστημίων αναγγέλλοντας μια Άνοιξη εντελώς ανεπιθύμητη, κυνηγήθηκαν από τυ­φώνες στυγερότατων φωνών, Βάθης, οδόστρωμα, χαράματα, το θανάσιμο άλμα της ελευθερίας και οι λυγμοί του Απόλλωνα όταν η λύρα του έπαιξε τη Σιωπή,που χορεύουν αυτή τη στιγμή νεκροί πάνω στο πτώμα μου στο ρυθμό της σφαγμένης ανάσας,στο ρυθμό της σφαγμένης ανάσας,στο ρυθμό της σφαγμένης ανάσας!
* Ο Θωμάς Μπότσαρης είναι Ποιητής (Δωδεκαετία στην αμμοβολή- Καλλιέργειες στην Άρτα- Τοπική Αυτοδιοίκηση- Βοοτροφία αγελαίου τύπου)




1
J
υ
Περι
οδικό Έκφ
ραση

II οΧ ι τι cr/Λός Τέχνες
Τάκης Ντάλας, Κατερίνα Σχιαμένου,
Ιωάννης Βάνας, Λένα Τααλαπάτη-Νικάκη
Εξώφυλλο: Δημήτρης Τσιρογιάννης , ζωγράφος, απόφοιτος Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών Αθή­νας ,καθηγητής Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης
Οικονομική επιτροπή : Θωμάς Ψιλόπουλος , Δημή- τριος Μπανιάς, Ελευθέριος Στεργίου, Νίκος Αντω- νιάδης , Νίκος Μανούαης, Βασίλης Μουλιανίτης, Βασίλης Γκανιάταας, Κώστας Τραχανάς,Λένα Τσα- λαπάτη-Νικάκη,Μαρία Δέτσικα
Τυπογραφείο: Π.κούλης , Ηφαίστου 13 , Πάτρα /www.pkoulis.gr
Μεγάλος χορηγός : Χρήστος Καινούργιος, Πρόεδρος του ΔΣ και Διευθύνων Σύμβουλος της Διαδικασία Σύμβουλοι Επιχειρήσεων ΑΕ. Μικρός χορηγός : M.M.









Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου