Η άσφαλτος και τα κτίρια μοιάζουν με καθρέφτες που μαζεύουν ζέστη για να τη σκορπίσουν σ’ όσους τόλμησαν να παραβούν τους νόμους της φύσης. Οι πόλεις έχουν γίνει θερμοσυσσωρευτές που τσουρουφλίζουν ακόμη και την ανάγκη να ονειρευτούμε στον ύπνο μας.
Δικαιολογημένος ο καιρός. Αυτές τις μέρες άρχιζε ουσιαστικά το καλοκαίρι στα βουνά. Στην εποχή μας οι διακοπές αρχίζουν από την πρώτη Ιουλίου, όταν τελειώνουν οι εξετάσεις στα σχολεία. Παλιότερα, άρχιζαν της Αγίας Μαρίνας, στις 17 Ιουλίου. Σταματούσε το άρμεγμα, οι κτηνοτρόφοι ανάσαιναν από τις υποχρεώσεις, ενώ όσοι ζούσαν στον κάμπο ετοιμάζονταν για το καλοκαιρινό δρόσισμα.
Αυτό γινόταν –και γίνεται ακόμη– στον Ασπροπόταμο, στη θεσσαλική πλευρά της νοτιοανατολικής απόληξης της Πίνδου. Η Αγια-Μαρίνα είναι η προστάτιδα ενός σπουδαίου, πολυδιάστατου συλλόγου, της Φιλεκπαιδευτικής Αδελφότητας Τζούρτζιας Αθαμανίας, που ιδρύθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα από Τζουρτζιώτες της διασποράς, για να στηρίξουν τους χειμαζόμενους από την ανέχεια συγχωριανούς τους.
Προς τιμήν της ήταν και το πανηγύρι στις 17 Ιουλίου, μια γιορτή-χρονικό ορόσημο που συνδέθηκε με τον περιορισμό των έντονων κτηνοτροφικών δραστηριοτήτων, μια και τότε οι κτηνοτρόφοι σταματούσαν να αρμέγουν, γεγονός που συμπαρέσυρε και τους τυροκόμους, επαγγελματική δραστηριότητα την οποία ασκούσαν πολλοί Τζουρτζιώτες σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας.
Ταυτόχρονα, οι μπακάληδες Τζουρτζιώτες –ήταν πάρα πολλοί– και οι τυρέμποροι είχαν άμεση σχέση με ό,τι συνέβαινε στην κτηνοτροφία, καθώς είτε προέρχονταν από κτηνοτροφικές οικογένειες είτε είχαν διατελέσει (και) τυροκόμοι για κάποια περίοδο της ζωής τους.
Ολοι αυτοί συνάζονταν στο χωριό παραμονή της γιορτής. Το 'χαν τάμα. Η απουσία σημάδι αδυναμίας. Για τον ξενιτεμένο Ασπροποταμίτη η γιορτή της Αγια-Μαρίνας ήταν το δικό τους Πάσχα. Η δική τους ανάσταση. Χαράματα έπαιρναν τον δρόμο της αναβάπτισης της σχέσης τους με τον γενέθλιο τόπο.
Μπροστά το λάβαρο του συλλόγου με την προστάτιδά τους και ακολουθούσε το μυρμηγκολόι των ντόπιων και των ξενιτεμένων προσκυνητών που αναζητούσαν την προγονική επαφή με τον τόπο τους. Εγνοια τους να ξαναπλέξουν το στημόνι της σχέσης με τη μυστηριακή δύναμη που ανάβλυζε από το περπάτημα ανάμεσα στο πυκνό δάσος.
Ουσιαστικά, έψαχναν για τη χαμένη ψυχή τους, τη φύση που στην πόλη έγινε περιβάλλον. Εκεί, γύρω από την ταπεινή εκκλησία, σε υψόμετρο χιλίων τριακοσίων μέτρων, τριάμισι χιλιόμετρα από το χωριό, κάτω από τη βουνοκορφή Λευκά Βουνά, οι Τζουρτζιώτες επιχειρούν να ανακαλύψουν την αλήθεια της ζωής που ξέχασαν στις πόλεις.
Να ξανανιώσουν τους ήχους της καρδιάς τους, που δεν αφήνει ο σύγχρονος τρόπος να ακουστεί. Παλεύουν να σμίξουν και πάλι με την ψυχή τους.
Η Αγία Μαρίνα προστατεύει από τις αρρώστιες. Το λέει και το όνομά της. Αρκούσε η παρετυμολογία του ονόματός της. Η Μαρίνα λοιπόν που μαραίνει, που γιατρεύει, έστω και προσωρινά.
Γιάτρευε όμως και τη νοσταλγία όσων βουνίσιων ζούσαν στα χωριά του κάμπου και τις πόλεις. Αρχιζαν η καλοκαιρινή ξεκούραση αλλά και τα πανηγύρια. Της Αγίας Μαρίνας, του Προφήτη Ηλία, της Αγίας Παρασκευής, του Αγίου Παντελεήμονα, του Σωτήρα και του Δεκαπενταύγουστου. Είναι τα βασικά καλοκαιρινά πανηγύρια, που οι πλατείες των χωριών στέναζαν από το κλαρίνο και τους χορούς.
Με τις δυσκολίες που περνάμε είναι πολλοί εκείνοι που έχουν χάσει το κέφι τους. «Δεν ξέρω αν θα έχω το κουράγιο να χορέψω αυτό το καλοκαίρι στο πανηγύρι» μου εξομολογήθηκε φίλος.
Είναι αρκετοί που νιώθουν αδύναμα τα πόδια τους. Που δεν έχουν τη διάθεση να γιορτάσουν, να ξεχαστούν. Ισως χρειαστεί η βοήθεια της Αγίας Μαρίνας. Να μαράνει, έστω και για λίγο, την απογοήτευση.
Ο δρόμος είναι ανηφορικός. Το πανηγύρι όμως προσφέρει το ξαπόσταμα. Δίνει την ανάσα που χρειαζόμαστε όλοι. Και κάτι ακόμα. Το πανηγύρι μάς φέρνει κοντά.
Ισως είναι ευκαιρία να δούμε τα πανηγύρια από μια άλλη πλευρά. Οχι σαν τόπο όπου ξεδιπλώνονται ο εγωισμός και η καταναλωτική επιδειξιμανία του καμπίσιου. Να τα δούμε σαν μια ευκαιρία να γνωριστούμε καλύτερα. Να νιώσουμε ο ένας δίπλα στον άλλο.
* Καθηγητής Πανεπιστημίου Θεσσαλίας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου