Ηταν γεμάτη ξεραμένα τριαντάφυλλα. Ο τριανταφυλλένιος κύκλος διαρκεί λίγο, έχει όμως το ιδίωμα ότι επαναλαμβάνεται και το χάρισμα της αρωματοφορίας.
Την καθάρισα, την κλάδεψα. Τώρα θα ξαναπετάξει. Ασφαλώς αγκυλώθηκα! Τι ερώτηση!
Ηθελα να την αγγίξω χωρίς γάντια∙ να αναμετρηθούμε τίμια, ως ίσος προς ίσον.
Ε, πρέπει και κάπου να ματώσεις, για να φέρεις ευδία κόκκινη που ευωδιάζει.
Βγήκα στον κήπο για λίγο. Αλλά κήπος και λίγο είναι έννοιες ασύμβατες.
Με τη… φιλοσοφική έννοια ότι το λίγο είναι υποκειμενικό μέτρο του χρόνου, ενώ ο κήπος ακριβώς σε βγάζει από το χρόνο∙ γι’ αυτό, άλλωστε, το κάνεις: για να βγεις από το χρόνο.
Γιατί ο χρόνος έχει σκέψη∙ δεν σκέφτομαι σημαίνει βγαίνω από το χρόνο. Αφαιρούμαι, λέμε.
Τι σημαίνει αφαιρούμαι. Σημαίνει ότι από κάπου βγαίνω. Αλλιώς θα λέγαμε… προστίθεμαι ή διαιρούμαι∙ ο πολλαπλασιασμός είναι, νομίζω, μακράν των συναισθημάτων!
Για κάτι τέτοιο (η αλήθεια, όχι και απόλυτα σαφές, μάλλον προς αόριστο) μ’ αρέσει να παίζω με τον κήπο.
Διότι και το παιχνίδι είναι επίσης κάτι που σε βγάζει από το χρόνο, σε κάνει να αφαιρείσαι∙ να σκέφτεσαι χωρίς να σκέφτεσαι.
Αυτό θα πει ότι δημιουργείς ένα δικό σου κόσμο, που έχει το χώρο του (ένας κήπος, για παράδειγμα, ή ένα γήπεδο ποδοσφαίρου ή ένα σαλόνι μ’ ένα πιάνο ή ένα ατελιέ με τελάρα, καμβάδες και χρώματα ή ένα μονοπάτι –φυσικό μονοπάτι, κάπου στην εξοχή– που το βαδίζεις, και δεν έχεις καμία άλλη συναίσθηση, παρά μόνον ότι βαδίζεις σ’ ένα μονοπάτι, μόνος ή με συντροφιά και αυτό που κάνεις σου αρέσει).
Εχει το χώρο του και δεν λογαριάζει χρόνο∙ βγαίνει από το χρόνο.
Το παιχνίδι, κάθε παιχνίδι, είναι συγχρόνως, μια μικρή ή μεγάλη δημιουργία και κάθε δημιουργία μπορεί και αποσπάται από το χρόνο.
Συντελείται με τέτοιο τρόπο που διαπερνά το χρόνο (όπως περίπου κάποια αστρικά σώματα διαπερνούν τις τριβές από το σύμπαν με ό,τι από αυτά σώζεται στο τέλος) και μπορεί και διαμορφώνει δικό της μέλλον, άρα δικό της χρόνο, αφού κατάφερε να βγει από τον κοινό χρόνο, τον επιμετρημένο για τον καθένα ξεχωριστά, αλλά, για όλους, ενιαίο, αδιαίρετο, ίσως και προϋπάρχοντα (και… άρχοντα), εν γένει.
Το χρόνο, που ο Ηράκλειτος π.χ. ορίζει σαν παιδί που μας παίζει τους ανθρώπους στα ζάρια (παιδί και παιχνίδι χρησιμοποιεί κι αυτός) και που πάντα αυτό το παιδί θα νικάει∙ παιδός εστίν η βασιλίη, λέει ο μεγάλος Εφέσιος.
Το ζήτημα είναι να βρεθείς κι εσύ, ο ανώνυμος, μια στιγμή έστω (δεν συμβαίνει στον καθένα) να καθίσεις στο τραπέζι με το παιδί που πάντα νικάει στο τέλος, και να ρίξεις κι εσύ τη ζαριά που σου αναλογεί.
Μη μείνεις εκτός παιδιάς. Μην έρθουν τα πράγματα κακά, ψυχρά κι ανάποδα και πεταχτείς από το παιχνίδι.
Ακόμα χειρότερα, δεν φτάσεις ποτέ στο τραπέζι με το παιδί απέναντι, κρατώντας δυο ζάρια στο χέρι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου