Το «Neon Wilderness» των Verve ακούει ο ταξιδιώτης στο Μοναστηράκι.
Υπάρχει μια «φυλή» ταξιδιωτών που φορούν ακουστικά, και με μισογερμένο το κεφάλι, κινούμενο πέρα-δώθε ή ακίνητο, εκδράμουν στο κέντρο της Αθήνας. Στους δρόμους, στο μετρό, στο λεωφορείο, στις πλατείες... Τους ονομάζω «ταξιδιώτες», διότι γι’ αυτούς η καθημερινή διαδρομή μετασχηματίζεται σε μιαν ιδιότυπη πορεία που χρειάζεται μουσική παρέα. Είναι από τους πιο ενδιαφέροντες ανθρωπότυπους σε οποιαδήποτε πόλη, πόσο μάλλον στην Αθήνα, όπου οι ήχοι εξακολουθούν ν’ αποτελούν κομμάτι του αστικού παζλ της πόλης που έχει διαρκώς ανάγκη να πιάνεται από κάπου – ίσως για να μην καταρρεύσει. Οι ανθρωπότυποι αυτοί είναι η στιγμιαία παρέα μου στις διαδρομές με το μετρό και το τρένο στο ιστορικό κέντρο της Αθήνας. Ας υποθέσουμε ότι ακολουθούμε έναν, ξεκινώντας από την πλατεία Βικτωρίας. Φοράει στενό τζιν, μακό φαρδύ και μακρύ μπλουζάκι, πάνινα παπούτσια, γυαλιά ηλίου, έχει μια τσάντα στην πλάτη, όλα στις πενήντα αποχρώσεις της Γης, το κινητό στην τσέπη, καλωδιωμένο με τ’ αυτιά.
Μπαίνοντας στον σταθμό «Βικτώρια», μπορείς να πιάσεις τη μυρωδιά του παλιού σταθμού, με τις μεγάλες πινακίδες που φτιάχτηκαν στο Βερολίνο· ό,τι και να λένε τα μεγάφωνα –κάποια προειδοποίηση πάλι– ο ταξιδιώτης ακούει στ’ αυτιά του το «Throughout the dark months of April and May» των Cocteau Twins, από το άλμπουμ «Victorialand» του 1986. Διαρκεί τριάμισι λεπτά, όσο για να επιβιβαστείς και να φτάσεις στην Ομόνοια, όπου σε περιμένουν τα πορτοκαλί πλακάκια. Ανοίγει η πόρτα του τρένου και ο ταξιδιώτης μας αδιαφορεί για το στριμωξίδι, παρατηρεί τους βιαστικούς και τους παραιτημένους. Γέρνει ακόμη λίγο το κεφάλι του και το κουνάει σαν ν’ ακούει το «Criticize you» των Foxhound από το άλμπουμ «Concordia» του 2012 – χωρίς να κριτικάρει.
Next station, Monastiraki, που στριμώχνει τουρίστες, υπαλλήλους, βαλίτσες και σακούλες. Ο ταξιδιώτης μας σηκώνει λιγάκι το κεφάλι του· είναι δύσκολο να μην παρασυρθείς από το Jenga των επιβατών. Στ’ ακουστικά, το «Neon Wilderness» των Verve από το άλμπουμ «Urban hymns» του 1997 – λίγο τούνελ, λίγο φως. Μέχρι ν’ ανοίξει η πόρτα στο Θησείο, η Ελλη Πασπαλά τραγουδάει Μάνο Χατζιδάκι, « (Πάει) Εφυγε το τρένο» από το άλμπουμ «Λαϊκή Αγορά (30 τραγούδια 1959-1975)» του 2003, που το έχει ερμηνεύσει αξέχαστα η Αλεξάνδρα (Κυριακάκη). Στο Θησείο, δεν στριμώχνεται κανείς στις αποβάθρες – οι τουρίστες πηγαίνουν, σχεδόν πάντα, προς την αντίθετη κατεύθυνση. Πάει, έφυγε το τρένο...
Στα Πετράλωνα, ο ταξιδιώτης μας κατεβαίνει· έχει φτάσει στα (στενά) όρια της πόλης. Η γειτονιά έχει το δικό της τραγούδι: «H τέκνο στα Πετράλωνα» του Pan Pan από το άλμπουμ «Ενα καλοκαίρι (μετά από έξι καλοκαίρια)» του 2011. Ησυχία στα Κάτω, αναστάτωση στα Ανω. Τα εξήμισι λεπτά του κομματιού (στο βάθος ακούγεται ο Ζαμπέτας στο «Μάλιστα, κύριε» και η Καίτη Χωματά στον «Χωρισμό») αρκούν για να φτάσεις στους πρόποδες του Φιλοπάππου, μέσα από τη Δρυόπων, την Καλλισθένους, τη Δεινοχάρους, την Ανταίου και τη Στησικλέους – τι ονόματα κι αυτά. Με αργό περπάτημα, είναι και ανηφόρα, ο ταξιδιώτης μας, βγάζοντας το μπουκαλάκι με το νερό για πρώτη φορά, βγαίνει στις παρυφές του Θησείου και φτάνει στο μετρό της Ακρόπολης μέσα από την Αποστόλου Παύλου. Τον περιμένουν οι ορδές τουριστών και η αφίσα της Μελίνας Μερκούρη, που τροφοδοτεί ανεξάντλητα το εθνικό μας φαντασιακό για την επιστροφή των Μαρμάρων του Παρθενώνα. Προς τιμήν της, ακούγεται το «Αγάπη που ’γινες δίκοπο μαχαίρι» στο remix του Κωνσταντίνου Βήτα από το άλμπουμ «Πειράζοντας τη Μελίνα» του 2014.
Από την Ακρόπολη έως το Σύνταγμα, όλα είναι λαμπερά, καθωσπρέπει. Κι όμως, ο ήχος στ’ αυτιά του ταξιδιώτη της πόλης είναι μια λούπα των Στέρεο Νόβα, οι οποίοι υπήρξαν το soundtrack της ανατολικοδυτικής μας πρωτεύουσας.
Ο ταξιδιώτης μας επιβιβάζεται σ’ ένα τρόλεϊ, πιθανόν στο 15. Υγρός κλιματισμός, στριμωγμένοι επιβάτες και αδημονίες. Η Αθήνα στριμώχνει αδημονίες στη μουσική της. Κι εμείς ακούμε. Δηλαδή, ο ταξιδιώτης μας...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου